Mostrando entradas con la etiqueta Literatura griega. Mostrar todas las entradas
Mostrando entradas con la etiqueta Literatura griega. Mostrar todas las entradas

miércoles, 8 de junio de 2011

Reading Ancient Greek texts

Ancient Greek texts from Calamo currente on Vimeo.

This video was produced by some students of 1st Bacharelato Greek from IES de POIO. We have used the Ancient Greek texts and pictures of Greece. So the students have read the following classical authors: Heraklitus 53 B, Archilochus 191(112D), Anacreon XXIX fr. 29. and Sappho XL (50 V.) and fr. 16L.-P.
Now, listen to the video and compare the sounds to the text!

sábado, 28 de mayo de 2011

ΑΛΚΜΑΝ 34Ρ

Listen to the video and compare the sounds to the text!


εὓδουσι δ’ ὀρέων κορυφαί τε καὶ φάραγγες
πρώονες τε καὶ χαράδραι
ὓλα θ’ ἑρπεθ’ ὅσσα τρέφει μέλαινα γαῖα
θηρές τ’ ὀρεσκώιοι καὶ γένος μελισσᾶν
καὶ κνώδαλ’ ἐν βένθεσσι πορφυρέας ἁλός∙
εὓδουσι δ’ οἰωνῶν φῦλα τανυπτερύγων.

Hier your dictionary!

miércoles, 25 de mayo de 2011

Σιμωνίδης 355Ρ

Listen to the video and compare the sounds to the text!



ἄνθρωπος ἐὼν μή ποτε φάσηις ὅ τι γίνεται αὔριον,
μηδ’ ἄνδρα ἰδὼν ὄλβιον ὅσσον χρόνον ἔσσεται∙
ὠκεῖα γὰρ οὐδὲ τανυπτερύγου μυίας
οὓτως ἁ μετάστασις.

martes, 24 de mayo de 2011

Αρχίλοχος 5W

How do you pronounce ancient Greek?
Listen to the video and compare the sound to the text!


ἀσπίδι μὲν Σαΐων τις ἀγάλλεται, ἣν παρὰ θάμνωι,
ἒντος ἀμώμυτον, κάλλιπον οὐκ ἐθέλων∙
αὐτὸν δ’ ἐξεσάωσα, τί μοι μέλει ἀσπὶς ἐκείνη;
ἐρρέτω∙ ἐξαῦτις κτήσομαι οὐ κακίω.

Hier's your dictionary!

For a different way of pronouncing ancient Greek (Archilochus 128W), click hier!

jueves, 5 de mayo de 2011

Ισοκράτης (2)

Ισοκράτης, Περί Ειρήνης 1-2 και 14-16.
Ο Ισοκράτης στο προοίμιο του λόγου του Περί Ειρήνης έχει να αντιμετωπίσει τόσο την τετριμμένη συνήθεια της αναφοράς στη σπουδαιότητα του θέματος στην αρχή των λόγων, όσο και την αρνητική στάση των Αθηναίων απέναντι στην πρότασή του για ειρήνη, οι οποίοι παρέμεναν σταθεροί στην ιδέα της συμμαχίας-ηγεμονίας, καθώς τους εξασφάλιζε οφέλη (πόροι, κληρουχίες, εξουσία). Ξεκινά δηλώνοντας πως γνωρίζει πως όλοι συνηθίζουν να τονίζουν τη σπουδαιότητα του θέματος που θα τους απασχολήσει, προκειμένου να εξασφαλίσουν το ενδιαφέρον του κοινού τους. Επιλέγει όμως και αυτός να τονίσει τη σπουδαιότητα του θέματος για το οποίο θα μιλήσει και δικαιολογεί τη σπουδαιότητα αυτή από το γεγονός ότι το υπό συζήτηση θέμα αφορά στην ειρήνη και τον πόλεμο, πράγματα τα οποία επηρεάζουν πολύ την ανθρώπινη ζωή. Επιπλέον, ενισχύει τη σπουδαιότητα του θέματός του εξαρτώντας το ευ πράττειν (την ευημερία), το οποίο θα συνδέσει αργότερα με την ειρήνη, με το ορθώς βουλεύεσθαι στην παρούσα περίσταση. Εδώ θα πρέπει να πούμε πως ο λόγος του Ισοκράτη δεν εκφωνήθηκε πραγματικά ενώπιον ακροατηρίου αλλά ο ρήτορας επιδιώκει να μας δημιουργήσει την εντύπωση αυτή αναφερόμενος στον τόπο, τον χρόνο και στις περιστάσεις της εκφώνησης του λόγου.
Για να αντιμετωπίσει στη συνέχεια (14) τη αρνητική προδιάθεση του ακροατηρίου του απέναντι στην πρότασή του, ο Ισοκράτης χρησιμοποιεί τον κοινό τόπο της απαίτησης για παρρησία στην Εκκλησία του Δήμου, επιχειρώντας έτσι να προλάβει ενδεχόμενες αντιδράσεις. Ταυτόχρονα, αποφασίζει να μην κολακέψει το ακροατήριο, αλλά να το επικρίνει, καθώς θεωρεί ότι οι Αθηναίοι δίνουν ελευθερία λόγου στους δημαγωγούς και τους κωμικούς ποιητές, αναφερόμενος προφανώς στην Παλαιά Κωμωδία του Αριστοφάνη. Ισχυρίζεται μάλιστα πως το ακροατήριο είναι αρνητικά διατεθειμένο σε όσους θέλουν να συμβουλεύσουν και να ευεργετήσουν την πόλη, ενώ ακούει ευχάριστα όσους την κακολογούν στους υπόλοιπους Έλληνες. Αντιδιαστέλλοντας έντονα το δικό του ήθος στο ήθος των άλλων ρητόρων και παρά το γεγονός ότι γνωρίζει πως είναι δύσκολο να αντιταχθεί κανείς στην κοινή γνώμη, δηλώνει πως θα μιλήσει με παρρησία τόσο για το θέμα που συζητείται όσο και για τις προϋποθέσεις που θα πρέπει να υπάρξουν προκειμένου να μπορέσει να υλοποιηθεί η πρότασή του (παραίτηση από πολιτική θαλασσοκρατίας, αναδιοργάνωση γενικότερα της πολιτικής και των οικονομικών της Αθήνας).
Εμφατικά εισηγείται τη σύναψη ειρήνης με όλες ανεξαιρέτως τις πλευρές και όχι μεμονωμένα με τους αποστάτες του Συμμαχικού πολέμου, όπως προφανώς εισηγούνταν ο Εύβουλος. Επίσης, προτείνει την εφαρμογή της ειρήνης του 374 π.Χ. με τον βασιλιά Αρταξέρξη, η οποία αναφέρεται στον Διόδωρο τον Σικελιώτη (15.38) και μοιάζει να επαναλαμβάνει τους όρους της Ανταλκιδείου Ειρήνης (387 π.Χ.), συνθήκης που έπληττε τα συμφέροντα της Αθήνας (βλ. επιγραφή στην εικόνα). Η συνθήκη αυτή όριζε να είναι αυτόνομες οι πόλεις, να φύγουν οι ξένες φρουρές και να διοικεί ο καθένας τη δική του χώρα, ευνοώντας την Αθήνα σε σχέση με τη Θήβα.
Ο Ισοκράτης, όπως φαίνεται, προσπαθεί να αποτρέψει τους Αθηναίους από την πολιτική της ηγεμονίας και της διατήρησης της θαλασσοκρατίας κατά τα πρότυπα του παρελθόντος, καθώς πιστεύει ότι η αλαζονική συμπεριφορά τους θα ξαναεκδηλωθεί και πάλι θα οδηγηθούν οι πόλεις σε συγκρόυσεις. Πίστευε πλέον πως η αυτονομία, οι διπλωματικές διευθετήσεις των διαφορών και η ειρήνη είναι οι όροι που συμφέρουν την Αθήνα, που θα συμβάλουν στην ευημερία της και πως αυτοί αποτελούν την προϋπόθεση για τη συνένωση των Ελλήνων με στόχο την διοργάνωση της εκστρατείας κατά των Περσών. Τη δικαιοσύνη, την των ιδίων επιμέλεια και την ησυχία (και όχι τις τακτικές της πολυπραγμοσύνης, της αδικίας και της των αλλοτρίων επιθυμίας που προβάλλονταν από τους οπαδούς του δόγματος της ηγεμονίας), επιχειρεί τώρα να προβάλει ως αξίες που εξασφαλίζουν το καλό της πόλης (25-26).

Παναγιώτης, Β' Λυκείου

sábado, 9 de abril de 2011

Ισοκράτης (1)

Ο Ισοκράτης γεννήθηκε στην Αθήνα το 436 π.Χ και πέθανε το 338 π.Χ. Ο πατέρας του ήταν εύπορος και το γεγονός αυτό του έδωσε την ευκαιρία να διδαχτεί τη ρητορική από φημισμένους δασκάλους.
Αναγκάστηκε να ασκήσει το επάγγελμα του λογογράφου για να βγάλει τα προς το ζην μετά τον Πελοποννησιακό πόλεμο αλλά ο ίδιος μάλλον δεν παρουσιάστηκε ποτέ μπροστά στο κοινό προκειμένου να δημηγορήσει. Στη συνέχεια ίδρυσε τη δική του ρητορική σχολή, στην οποία φοίτησαν και ευυπόληπτοι Αθηναίοι, όπως ο Τιμόθεος και ο Υπερείδης.
Η διδασκαλία του αποσκοπούσε κυρίως στην ανάπτυξη των ικανοτήτων των μαθητών του σε θέματα πρακτικής εφαρμογής.
Ο Ισοκράτης υπήρξε κύριος εκφραστής της Πανελλήνιας ιδέας, δηλαδή της ιδέας της συνένωσης όλων των Ελλήνων και της οργάνωσης μιας πανελλήνιας εκστρατείας εναντίον των Περσών. Όταν ο Ισοκράτης αντελήφθη πως η Αθήνα δεν θα μπορούσε να παίξει τον ηγετικό ρόλο στο πανελλήνιο όραμά του, το οποίο είχε διατυπώσει στον Πανηγυρικό του λόγο, τότε στράφηκε άλλους επιφανείς άνδρες της εποχής, όπως π.χ. τον Ιάσονα των Φερών και τον Διονύσιο Α’ των Συρακουσών, χωρίς επιτυχία. Τέλος, στράφηκε στον Φίλιππο Β' αλλά δεν πρόλαβε να δει το έργο του Μ. Αλεξάνδρου, ο οποίος βέβαια υπερακόντισε κατά πολύ και από πολλές απόψεις το όραμα του Ισοκράτη.

Ο περί Περί Ειρήνης λόγος

Το 378 π.Χ. συγκροτείται η Β’ Αθηναϊκή Συμμαχία με έδρα την Αθήνα με στόχο να αντιμετωπίσει τη Σπάρτη, η οποία όμως σύντομα έπαψε να κινείται επιθετικά. Οι σύμμαχοι όφειλαν και αυτή τη φορά να καταβάλλουν οικονομικές εισφορές και σε αυτήν τη συμμαχία, ενώ οι Αθηναίοι στρατηγοί Χαβρίας και Τιμόθεος, ο γιος του Κόνωνα, δρουν δυναμικά στο πλαίσιό της. Γρήγορα όμως η Αθήνα εμφανίζει ξανά ηγεμονικές τάσεις και έτσι πάλι αναπτύσσονται αντιαθηναικά αισθήματα στους συμμάχους.
Τα νησιά Ρόδος, Χίος και Κως αποστατούν από τη Β’ Αθηναϊκή συμμαχία υποκινούμενα από τον σατράπη της Καρίας Μαύσωλο. Ο Συμμαχικός πόλεμος (357-355 π.Χ.) θα σημάνει ουσιαστικά το τέλος της Β' Αθηναϊκής Ηγεμονίας.
Ο λόγος του Ισοκράτη περί ειρήνης είναι ένας συμβουλευτικός λόγος, ο οποίος δεν εκφωνήθηκε ποτέ, παρά το γεγονός ότι ο ρήτορας στο κείμενό του φροντίζει να μας δώσει την εντύπωση πως ο λόγος εκφωνήθηκε στην εκκλησία του δήμου. Κυκλοφόρησε ως πολιτικό φυλλάδιο μάλλον στις αρχές του Συμμαχικού πολέμου και ίσως πριν από τη ναυμαχία στα Έμβατα (λιμάνι των Ερυθρών) όπου οι Αθηναίοι υπέστησαν ήττα.
Με τον λόγο του αυτόν ο Ισοκράτης προτρέπει τους Αθηναίους να μη προχωρήσουν στον πόλεμο κατά των συμμάχων αλλά να συνάψουν γενική ειρήνη, να αναδιοργανώσουν τα οικονομικά της πόλης τους, χωρίς να βασίζονται στα οφέλη της Συμμαχίας, και να αρκεστούν σε αυτά που τους ανήκουν, πράγμα το οποίο θεωρεί δίκαιο και προϋπόθεση για την ασφάλεια, την ευημερία και την καλή φήμη της πόλης. Ουσιαστικά ζητά να εφαρμόσει η πόλη μάλλον τη συνθήκη του 374 π.Χ., η οποία αναφέρεται από τον ιστορικό Διόδωρο (15.38) και η οποία επαναλαμβάνει τους όρους της Ανταλκιδείου Ειρήνης (387 π.Χ.), προβάλλοντας το θέμα της αυτονομίας των πόλεων, χωρίς όμως να γίνεται μνεία στις πόλεις της Μ. Ασίας και χωρίς να ευνοείται η Θήβα.
Αξίζει να σημειώσουμε πως ίσως περί τα 374 π.Χ. στήθηκε στην αγορά της Αθήνας άγαλμα της θεάς Ειρήνης, η λατρεία της οποίας καθιερώθηκε την εποχή εκείνη, η οποία σαν μητέρα κρατά στο χέρι της τον Πλούτο, έργο του γλύπτη Κηφισόδοτου. Ρωμαϊκό αντίγραφο του έργου αυτού βρίσκεται στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου (βλ. φωτογραφία).


Παναγιώτης και Βάσω, Β' Λυκείου

domingo, 20 de marzo de 2011

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ (1)

Γεννήθηκε στον δήμο Παιανίας στην Αθήνα το 384 και αυτοκτόνησε το 322 π.Χ στον Πόρο, μετά την ήττα της Αθήνας από τον Αντίπατρο στην Κραννώνα, κυνηγημένος από τους νικητές. Προερχόταν από εύπορη οικογένεια. Έμεινε ορφανός από πατέρα σε ηλικία επτά ετών. Σε νεαρή ηλικία αναγκάστηκε να αγωνιστεί στα δικαστήρια για να διεκδικήσει την πατρική του περιουσία από τους κηδεμόνες του. Έτσι απέκτησε σημαντική ρητορική εμπειρία. Το έργο του περιλαμβάνει δικανικούς λόγους, καθώς για ένα διάστημα άσκησε και το επάγγελμα του λογογράφου. Έγραψε όμως κυρίως συμβουλευτικούς λόγους σχετικά με ζητήματα εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής της Αθήνας. Εμφανίστηκε δυναμικά στη δημόσια ζωή, όταν η πόλη βρέθηκε αντιμέτωπη με τις επεκτατικές βλέψεις του Φιλίππου του Μακεδόνα και αντιμετώπισε αντιπάλους όπως ο Ισοκράτης και ο ρήτορας της φιλομακεδονικής παράταξης Αισχίνης. Ο Δημοσθένης με τους τέσσερις Φιλιππικούς λόγους, από το 351 έως το 341 π.Χ, και τους τρεις Ολυνθιακούς, από το 349 έως το 348 π.Χ, αγωνίστηκε να αφυπνίσει τους Αθηναίους εναντίον του Φιλίππου και τελικά κατόρθωσε το 340 π.Χ να συνενώσει σε συμμαχία τους Αθηναίους και τους παλαιούς αντιπάλους τους, Θηβαίους, εναντίον του Μακεδόνα βασιλιά. Στη μάχη όμως της Χαιρώνειας (338 π.Χ) νίκησε ο Φίλιππος. Η Αθήνα υποτάχθηκε, αλλά ψήφισε να απονεμηθεί τιμητικό στεφάνι στον Δημοσθένη για την προσφορά του στην πόλη. Με αφορμή την αντιδικία σχετικά με το στεφάνι αυτό ο Δημοσθένης εκφώνησε τον λόγο Περί στεφάνου και κατόρθωσε να εξουδετερώσει τους αντιπάλους του.

ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΡΟΔΙΩΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ Το 351 π।Χ, οι δημοκρατικοί Ρόδιοι φυγάδες απευθύνθηκαν στους Αθηναίους και ζήτησαν τη βοήθειά τους, ύστερα από την κατάληψη του νησιού από τον σατράπη της Καρίας Μαύσωλο κατά τον Συμμαχικό Πόλεμο (357-355 π.Χ.), τον οποίο αυτός υποκίνησε, και τη συνέχιση της κατοχής του νησιού από τη συζυγό του Αρτεμισία (βλ. σχέδιο Μαυσωλείου Αλικαρνασσού), παρά την προσπάθεια που οι Ρόδιοι δημοκρατικοί φαίνεται πως έκαναν προκειμένου να απελευθερωθούν. Ο Δημοσθένης αναλαμβάνει την υποστήριξη του αιτήματός τους και εκφωνεί στην Εκκλησία του Δήμου τον λόγο «Υπέρ της Ροδίων Ελευθερίας», έχοντας να αντιμετωπίσει όχι μόνο την αντίθετη εξωτερική πολιτική της Αθήνας, αλλά και τη μνησικακία και χαιρεκακία των Αθηναίων προς τους Ροδίους, μετά την αποστασία των τελευταίων από τη Β’ Αθηναϊκή Συμμαχία και τη συμμετοχή τους στο Συμμαχικό πόλεμο εναντίων τους. Οι Αθηναίοι τελικά δεν πείστηκαν από τον Δημοσθένη και δεν βοήθησαν τη Ρόδο που παρέμεινε υπό Καρική κατοχή μέχρι την κατάλυση του Περσικού κράτους από τον Μ. Αλέξανδρο.



Αγγελική και Παναγιώτης, Β' Λυκείου

Δημοσθένης (३)

Δημοσθένης, Υπέρ της Ροδίων ελευθερίας 17-20
Ο Δημοσθένης στην παράγραφο 17 του λόγου του διακρίνει δύο είδη πολέμων που η πόλη της Αθγιας έχει διεξαγάγει: πόλεμους εναντίον πόλεων με δημοκρατικό καθεστώς και πολέμους εναντίον πόλεων με ολιγαρχικό καθεστώς. Οι πόλεμοι αυτοί διαφοροποιούνται με κριτήριο τις αιτίες, τους λόγους, για τους οποίους διεξάγονται. Οι διαμάχες ανάμεσα στα δημοκρατικά καθεστώτα οφείλονται σε μάλλον "τεχνικά" ζητήματα πολιτικής (ιδιωτικής φύσεως διενέξεις οι οποίες δεν λύθηκαν με διαπραγματεύσεις, εδαφικές διεκδικήσεις, συνοριακές διαφορές, θέματα ανταγωνισμού ή ηγεμονίας). Οι διαφορές αυτές πάντως, υποστηρίζει ο ρήτορας, πως γεφυρώνονται, πως επιλύονται με διπλωματικές ενέργειες και διάλογο. Αντιθέτως, οι πόλεμοι με ολιγαρχικά καθεστώτα οφείλονται σε αγεφύρωτες διαφορές. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο αγώνας αφορά το πολίτευμα και την ελευθερία, η οποία φαίνεται πως εδώ, μαζί με την ισηγορία, ορίζεται ως η ουσία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Η πόλωση ανάμεσα στις δύο μορφές πολιτεύματος δεν επιτρέπει ούτε τη σύναψη σταθερών σχέσεων φιλίας (18). Η συμμαχία με ολιγαρχικά καθεστώτα είναι καταδικασμένη να αποτύχει εξαιτίας της ιδεολογικής διαφοράς και του τρόπου ζωής τον οποίο επιβάλλουν τα πολιτεύματα (ελευθερία - ισηγορία vs δουλεία, επιδίωξη εξουσίας με βία). Έτσι ο Δημοσθένης καταλήγει στο συμπέρασμα ότι συμφέρει οι συμπολίτες του να βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση με όλους τους ¨Ελληνες αρκεί να έχουν δημοκρατία παρά να συνάψουν σχέσεις φιλίας με ολιγαρχικούς.
Στις επόμενες παραγράφους 19-20 ο Δημοσθένης εξειδικεύει τη γενικότερη άποψη που υποστήριξε στην περίπτωση που αντιμετωπίζει τη στιγμή αυτή η Αθήνα. Υποστηρίζει δηλαδή ότι η Αθήνα πρέπει να βοηθήσει ώστε να διατηρηθεί το δημοκρατικό πολίτευμα στους πρώην συμμάχους και να σταματήσει η εξάπλωση των ολιγαρχικών πολιτευμάτων στις πόλεις. Κι αυτό γιατί σύντομα τα ολιγαρχικά καθεστώτα θα στραφούν εναντίον της Αθήνας. Κατά τον Δημοσθένη αυτό θα συμβεί καθόσον η Αθήνα αποτελούσε την πηγή της δημοκρατίας και ήταν η μόνη πόλη που μπορούσε να εναντιωθεί στις βλέψεις και τα σχέδια των ολιγαρχικών.
Έτσι ο ρήτορας συνδέει τη διατήρηση του δημοκρατικού καθεστώτος της Αθήνας με τις εξελίξεις στη Ρόδου και θέτει το πρόβλημα ως θέμα ασφάλειας της πόλης. Έτσι παρουσιάζει τον αγώνα υπέρ της Ρόδου σε αγώνα υπέρ της δημοκρατίας με την οποία η Αθήνα έχει ταυτιστεί.
Με το επιχείρημα αυτό ο Δημοσθένης, αν και στην ουσία κινδυνολογεί, θα μπορούσε να έχει πιθανότητες να πείσει τους Αθηναίους, καθώς ξυπνούσε τους φόβους του παρελθόντος. Πιθανώς τους θύμιζε την ήττα στον Πελοποννησιακό πόλεμο και τις συνέπειες που είχε αυτή για την πόλη και για το πολίτευμά της. Από την άλλη μεριά, χρησιμοποιεί την παλιά και συχνά εμφανιζόμενη ρητορική της πόλωσης και του χάσματος ανάμεσα στο δημοκρατικό και το ολιγαρχικό καθεστώς, θέλοντας να τους υπενθυμίσει το ένδοξο παρελθόν τους, όταν στο πλαίσιο της Α' Αθηναϊκής συμμαχίας (βλ. εικόνα), μετά τους Περσικούς πολέμους, εμφανίζονταν ως προστάτες της ελευθερίας των πόλεων. Αν ο Εύβουλος χρησιμοποιεί την κούραση και την απογοήτευση των Αθηναίων από την εξωτερική τους πολιτική κατά τα προηγούμενα χρόνια, ο Δημοσθένης τους καλεί να αντισταθούν στην αδράνεια και να θυμηθούν τη δράση που είχαν αναλάβει παλαιότερα και τις αξίες του λαμπρού τους παρελθόντος.

Φώτης και Βάσω, Β' Λυκείου

miércoles, 9 de marzo de 2011

Sophocle's Antigone. Performances



direction: Don Taylor (TV 1984)
Antigone: Juliet Stevenson, Creon: John Shrapnel, Ismene: Gwen Taylor, Teiresias: John Gilgud, Patrick Barr
Production: Bioscope, BBC

lunes, 28 de febrero de 2011

Δημοσθένης (2)

Δημοσθένης, Υπέρ της Ροδίων Ελευθερίας 1-4

Ο Δημοσθένης στο προοίμιο του λόγου του προσπαθεί, σε ένα πρώτο επίπδεο, από τη μια πλευρά, να αντιμετωπίσει την πολιτική που είχε εισηγηθεί στους Αθηναίους ο Εύβουλος, δηλαδή να αποφύγει η Αθήνα να συμμετάσχει σε εκστρατείες, παρά μόνο αν αυτό ήταν απολύτως απαραίτητο ή θίγονταν ζωτικά της συμφέροντα.
Από την άλλη, επιχειρεί να αντιμετωπίσει την οργή και την χαιρεκακία των Αθηναίων εξαιτίας της αποστασίας των Ροδίων από την Β’ Αθηναϊκή Συμμαχία (βλ.χάρτη)και της ατυχούς για αυτούς έκβασης του Συμμαχικού Πολέμου, κατάσταση την οποία ασφαλώς ο πολιτικός αντίπαλος του Δημοσθένη εκμεταλλευόταν.
Ξεκινά τον λόγο του τονίζοντας τη σημασία του θέματος για το οποίο συσκέπτεται η εκκλησία του δήμου και καταφεύγει στον κοινό τόπο της παρρησίας, ζητώντας να μην εξοργιστεί κανείς μαζί του, καθώς δεν θα διστάσει να εκθέσει ελεύθερα τις απόψεις του. Χρησιμοποιεί έναν άλλο κοινό τόπο, αυτόν της αντίθεσης έργων και λόγων, προεξοφλώντας στο επίπεδο των λόγων τη συμφωνία του ακροατηρίου του και λέγοντας ότι το πρόβλημά του δεν είναι να πείσει τους Αθηναίους για το σωστό και το συμφέρον αλλά να τους ωθήσει στο να το αναλάβουν δράση και να το κάνουν πράξη (1). Παράλληλα, προβάλλει την ύβριν των Ροδίων ως λόγο της αποστασίας συμφωνώντας με τον τρόπο αυτό με το κοινό αίσθημα (2).
Από την άλλη μεριά, φροντίζει να αναδείξει τόσο τη στάση του Μαύσωλου (βλ. εικόνα) που εξαπάτησε τους Ρόδιους, όσο και τη στάση των Χίων και των Βυζαντίων που αποδείχθηκαν αναξιόπιστοι σύμμαχοί τους (3), ανοίγοντας έτσι ένα πεδίο δράσης για την Αθήνα, αν θελήσει τώρα η πόλη να εκμεταλλευτεί τη "θεόσταλτη ευκαιρία", το γεγονός δηλαδή ότι οι Ρόδιοι καταφεύγουν για βοήθεια στην πόλη εναντίον της οποίας στράφηκαν στον Συμμαχικό Πόλεμο. Κατά τον Δημοσθένη θα πρέπει να αδράξουν την ευκαιρία αυτή για τους εξής λόγους:
α. η Αθήνα, βοηθώντας τους όντως αναξιόπιστους Ρόδιους, θα απαλλαγεί από τις άδικες κατηγορίες και συκοφαντίες για αυταρχική συμπεριφορά στο πλαίσιο της Β' Αθηναϊκής συμμαχίας (2)
β. η πόλη, υιοθετώντας τη μεγαλόψυχη αυτή στάση, θα αποκτήσει την ειλικρινή εύνοια των πόλεων και θα εμφανιστεί ως προστάτιδά τους (4).
Με λίγα λόγια, αν η Αθήνα βοηθήσει τους Ρόδιους, θα ωφεληθεί μακροπρόθεσμα ως προς τις συμμαχίες που θα θελήσει συνάψει και θα αποκαταστήσει το γόητρο, το κύρος και την αξιοπιστία της ανάμεσα στους συμμάχους της. Θα αποκτήσει ένα "νέο πρόσωπο" στην εξωτερική της πολιτική.

Βαγγέλης (B' Λυκείου)

lunes, 31 de enero de 2011

Λυσίας, Υπέρ Μαντιθέου (5)

ΕΠΙΛΟΓΟΣ 20-21

Ο επίλογος του λόγου μπορεί να χαρακτηριστεί ιδιόμορφος, εφόσον δεν έχει τα τυπικά χαρακτηριστικά ενός τυπικού επιλόγου, όπως π.χ. είναι ο επίλογος στον λόγο του Λυσία Υπέρ Αδυνάτου. Σύμφωνα με τη Ρητορική του Αριστοτέλη ένας επίλογος θα πρέπει να υπενθυμίζει συνοψίζοντας το θέμα (ανάμνησις), να προκαλεί πάθη στον ακροατή, να διαθέτει ευνοϊκά τον ακροατή προς τον ρήτορα και δυσμενώς προς τον αντίπαλο, να εξάρει τη σημασία κάποιων πραγμάτων και να ελαχιστοποιήσει την αξία άλλων.
Στον επίλογο του λόγου του όμως ο Μαντίθεος δεν αναφέρεται καθόλου στην κατηγορία και την ανασκευή της ούτε συνοψίζει τον δημόσιο και ιδιωτικό του βίο. Δεν επιτίθεται στους αντιπάλους του και δεν επιχειρεί ούτε να μεγαλοποιήσει ούτε να καταστήσει ασήμαντο κάτι που αφορά την υπόθεσή του. Αντίθετα, συνεχίζει απαντώντας με τον ίδιο υπερήφανο και "επιθετικό" τόνο στην ενόχληση που αντιλαμβάνεται πως κάποιοι αισθάνονται εξαιτίας της δημόσιας συμπεριφοράς του. Ο Μαντίθεος ισχυρίζεται πως κάποιοι θεωρούν πως επέδειξε αγενή, προκλητική, ασεβή συμπεριφορά μιλώντας στην εκκλησία του δήμου σε νεαρή ηλικία. Δικαιολογεί τη στάση του προβάλλοντας το γεγονός ότι αναγκάστηκε να το κάνει, προκειμένου να σώσει την πατρική του περιουσία από τη δήμευση. Ο δεύτερος ισχυρισμός που προβάλλει για να δικαιολογήσει τη στάση του και να αποδείξει πως η δυσαρέσκεια των αντιπάλων του δεν έχει ερίσματα συνεχίζει ουσιαστικά το θέμα του κοσμίως και φιλοτίμως πολιτευομένου που έθιξε στις παραγράφους 18-19. Οι Αθηναίοι θεωρούν άξιους πολίτες όσους ασχολούνται με τα κοινά και ο ίδιος δεν κάνει τίποτε άλλο από το να συνεχίζει την οικογενειακή παράδοση και να ανταποκρίνεται με το ενδιαφέρον του για την πόλη στις αξίες των Αθηναίων.
Ο επίλογος αυτός ταιριάζει απόλυτα στο ήθος του Μαντίθεου όπως αυτό διαγράφηκε μέχρι τώρα. Ο Μαντίθεος παραμένει αξιοπρεπής, θιγμένος και υπερήφανος, γεμάτος αυτοπεποίθηση, ενώ με δυσκολία κρύβεται η έπαρσή του πίσω την επίκληση των αξιών της αθηναϊκής δημοκρατίας, τις οποίες διακηρύσσει πως υπηρετεί. Η ηλικία του ενδεχομένως μπορεί να δικαιολογήσει τη στάση του. Ο λόγος του μοιάζει να ταιριάζει και με τη ζωή του στην εξωραϊσμένη από τον λογογράφο μορφή της, αν βέβαια οι φημολογίες σε βάρος του έχουν κάποια βάση. Και το σημαντικότερο: προφανώς ο Λυσίας έκρινε πως δεν συμφέρει τον πελάτη του να κλείσει με μια ακόμα αναφορά στο ολιγαρχικό παρελθόν της οικογένειας ή στη φημολογία που κυκλοφορεί σε βάρος του. Αντίθετα, κρίνει σκόπιμο να αποσπάσει την προσοχή των βουλευτών από όλα αυτά και να οδηγήσει τη συζήτηση στα χαρακτηριστικά του καλού πολίτη όπως οι ίδιοι οι Αθηναίοι τα είχαν προσδιορίσει, υπογραμμίζοντας έτσι πως ο Μαντίθεος πληροί τις προϋποθέσεις για να γίνει βουλευτής.

Βάσω (Β' Λυκείου)
Θανάσης (Β' Λυκείου)

domingo, 30 de enero de 2011

Λυσίας, Υπέρ Μαντιθέου (4)

ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΡΟΟΙΜΙΟ, Η ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑ ΖΩΗ ΤΟΥ ΜΑΝΤΙΘΕΟΥ (9-19)

Ο Μαντίθεος, αφού αντικρούσει το κατηγορητήριο, όπως ο ίδιος το παρουσίασε στο προοίμιο του λόγου του (3), προχωρά σε είδος λογοδοσίας σχετικά με την ιδιωτική και τη δημόσια ζωή του. Στο θέμα αυτό αφιερώνει το μεγαλύτερο μέρος του λόγου του και δηλώνει αυτήν την πρόθεσή του στο "δεύτερο" προοίμιο του λόγου του, βασίζοντας την επιλογή του στον ιδιαίτερο χαρακτήρα της δοκιμασίας σε αντίθεση με τους άλλου τύπου δικαστικούς αγώνες (9).
Ουσιαστικά ο Μαντίθεος αναπτύσσει εδώ θέματα που έχουν τεθεί ήδη στο "πρώτο" προοίμιο (1-3) όπου με έμφαση έχει αναφέρει πως θα αποδείξει ότι έχει ζήσει "μετρίως" και ότι είναι πολύ καλύτερος από ό,τι πιστεύουν οι αντίπαλοί του και από ό,τι φημολογείται σε βάρος του.
Στη συνέχεια, ο Μαντίθεος, από την ιδιωτική του ζωή, επιλέγει να αναφερθεί σε ζητήματα διανομής της περιουσίας ή διαχείρισης χρήματος αναφορικά με την οικογένειά του (10).
Από τη δημόσια πάλι ζωή του επιλέγει να αναφερθεί
α) στις συναναστροφές του και στη διαγωγή του, η οποία πολύ διαφέρει από τις συνήθειες άλλων νέων (τυχερά παιχνίδια, μέθη, ακολασίες), οι οποίοι εξαιτίας ακριβώς της κοσμιότητάς του τον φθονούν (11)
β) στο γεγονός ότι δεν έχει εμπλακεί σε σοβαρές δίκες είτε δημόσιες είτε ιδιωτικές και πάντως όχι επονείδιστες (12)
γ) στο γεγονός ότι συνέδραμε οικονομικά άπορους στρατευμένους συμπολίτες του πριν την εκστρατεία στην Αλίαρτο
δ) στη στρατιωτική του θητεία και την εκπλήρωση των στρατιωτικών του υποχρεώσεων. Η συμμετοχή του στην εκστρατεία στην Αλίαρτο τονίζεται με έμφαση. Το ύφος του στην παράγραφο 13 αλλάζει δραματικά (μακροπερίοδος υποτεταγμένος λόγος, χρήση μετοχών, αντιθέσεις), προκειμένου να αποδώσει τον ηρωισμό που ο Μαντίθεος επέδειξε προτείνοντας στον φύλαρχο τη μετάταξή του από το σώμα των ιππέων στους οπλίτες (βλ. εικόνες). Από την άλλη μεριά, το ύφος αυτό συγκαλύπτει το γεγονός ότι ο ηρωισμός του περιορίστηκε στην έκφραση των καλών του προθέσεων, αφού δεν χρειάστηκε το αθηναϊκό σώμα να συγκρουστεί με τους Σπαρτιάτες (13), όπως πληροφορούμαστε από τα Ελληνικά του Ξενοφώντα (3.5.16-25). Από τη συμμετοχή του στη μάχη της Νεμέας, η οποία κατέληξε με βαριά ήττα των Αθηναίων, επιλέγει να τονίσει τη στάση του μετά την ήττα και την πρόθεσή του να συνεχίσει τον αγώνα μαζί με τους άνδρες της φυλής του στη Βοιωτία, την ώρα που όλοι είχαν δειλιάσει. Οι προτροπές του όμως προς τον ταξίαρχο εκφράζουν μεν θάρρος και παρορμητισμό, δεν λαμβάνουν όμως υπόψη τη γενικότερη κατάσταση του στρατεύματος, δεν βασίζονται σε συγκεκριμένο στρατηγικό σχεδιασμό ούτε αποκαλύπτουν ιδιαίτερη αλληλεγγύη προς τους αποδεκατισμένους συστρατιώτες του.
Θα μπορούσαμε να υποθέσουμε πως ο Μαντίθεος επιμένει στις πτυχές αυτές της ζωής του, επειδή θέλει να αντικρούσει φήμες για κακοδιαχείριση χρήματος, αλλαζονική συμπεριφορά και έκλυτο βίο που μάλλον κυκλοφορούσαν σε βάρος του, διατυπωμένες ενδεχομένως ασαφώς στο κατηγορητήριο αλλά πάντως γνωστές στους βουλευτές. Νομίζω πως κάπως έτσι θα πρέπει να εξηγήσουμε την επιμονή του σε θέματα που ούτως ή άλλως είχαν εξεταστεί κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας, προτού δηλαδή ο Μαντίθεος μπει στη διαδικασία να αντικρούσει την επιχειρηματολογία αυτών που εμπόδισαν την επικύρωση της εκλογής του στο βουλευτικό αξίωμα.
Ένας ακόμη παράγοντας που θα πρέπει να λάβουμε υπόψη για να εξηγήσουμε γιατί αφιερώνεται τόσος χρόνος στη λογοδοσία για τη δημόσια και ιδιωτική ζωή, είναι πιθανόν το γεγονός ότι ο ο Μαντίθεος (και ο λογογράφος του ο Λυσίας) μπορεί να μην γνώριζαν εκ των προτέρων το ακριβές περιεχόμενο της κατηγορίας που οι αντίπαλοι θα διατύπωναν. Ας μην ξεχνάμε ότι στον θεσμό της δοκιμασίας η κατηγορία διατυπωνόταν μετά την εξέταση των νέων βουλευτών από την απερχόμενη βουλή. Θα ήταν μάλλον δύσκολο ο υπό δοκιμασία βουλευτής να γνώριζε εκ τον προτέρων με ακρίβεια σε τι ακριβώς θα απολογούνταν, ώστε να ενημερώσει στον λογογράφο του και να έχει έναν λόγο γραμμένο με βάση τις ακριβείς κατηγορίες που θα του προσάπτονταν. Ίσως γι’ αυτό προσπαθεί ο Μαντίθεος να καλύψει ό,τι υποψιάζεται ή γνωρίζει πως ενοχλεί τους αντιπάλους του στη δημόσια και ιδιωτική ζωή του. Προχωρά μάλιστα και πέρα από αυτό: επιχειρεί ο ίδιος να θέσει κριτήρια στους βουλευτές για την έννοια του "κοσμίως και φιλοτίμως πολιτευομένου" (:σημασία έχει το έργο του για την πόλη και όχι η εξωτερική του εμφάνισή, τα μακριά δηλαδή μαλλιά του, τα οποία όμως παρέπεμπαν σε σπαρτιατικές συνήθειες τις οποίες μιμούνταν Αθηναίοι ιππείς, 18-19) και να τους υπενθυμίσει ότι ο δημόσιος λόγος και πράξη όχι μόνον συνιστούν για την οικογένεια του Μαντίθεου παράδοση αλλά αποτελούν και αξίωση των ίδιων των Αθηναίων, στην οποία ο ίδιος πρόθυμα ανταποκρίνεται, όπως θα πει στον επίλογό του (20-21).


Φώτης/Β' Λυκείου

domingo, 19 de diciembre de 2010

Σαπφώ 31LP




Φαίνεταί μοι κῆνος ἴσος θέοισιν
ἔμμεν' ὤνηρ, ὄττις ἐνάντιός τοι
ἰσδάνει καὶ πλάσιον ἆδυ φονεί-
σας ὐπακούει

καὶ γελαίσας ἰμέροεν, τό μ' ἦ μὰν
καρδίαν ἐν στήθεσιν ἐπτόαισεν·
ὠς γὰρ ἔς σ' ἴδω βρόχε', ὤς με φώναί-
σ' οὐδ' ἒν ἔτ' εἴκει,

ἀλλά κὰμ μὲν γλῶσσα μ' ἔαγε, λέπτον
δ' αὔτικα χρῷ πῦρ ὐπαδεδρόμηκεν,
ὀππάτεσσι δ' οὐδ' ἒν ὄρημμ', ἐπιρρόμ-
βεισι δ' ἄκουαι,

κὰδ' δέ ἴδρως κακχέεται, τρόμος δὲ
παῖσαν ἄγρει, χλωροτέρα δὲ ποίας
ἔμμι, τεθνάκην δ' ὀλίγω 'πιδεύης
φαίνομ' ἔμ' αὔτᾳ.

Catullus 51, Σαπφώ 31LP, music by Angelo Branduardi


lunes, 13 de diciembre de 2010

Xenophon and the 10,000 marching in the snow

Xenophon, Anabasis 4.5. 3-5, 8-9, 11-18

Xenophon accompanied the Ten Thousand, a large army of Greek mercenaries hired by Cyrus the Younger, who intended to seize the throne of Persia from his brother, Artaxerxes II. Cyrus was killed in the battle at Cunaxa in Babylon (401 BC), while, the Greek senior were killed or captured by the Persian satrap Tissaphernes. Xenophon, one of the remaining leaders elected by the soldiers, encouraged the Greek army of 10,000 to march north across deserts and snow-filled mountain passes towards the Black Sea and the Greek shoreline cities. The 10,000 had to fight their way northwards through Corduene and Armenia, making decisions about their leadership, tactics and destiny, while the King's army and hostile natives constantly barred their way and attacked their flanks. This "marching republic" managed to reach the shores of the Black Sea at Trabzon. But that was not the end of their journey, which ended with their recruitment into the army of the Spartan general Thibron. In the following passages Xenophon narrates about the difficulties the 10,000 encountered in the snowy mountains of Armenia (see the map).

Από εδώ βάδιζαν στη πεδιάδα μέσα από πολύ χιόνι για τρείς σταθμούς και πέντε παρασάγγες. Ο τρίτος σταθμός ήταν γεμάτος δυσκολίες, ενώ ο βόρειος άνεμος τους χτυπούσε στο πρόσωπο κατακαίγοντας τα πάντα και παγώνοντας τους ανθρώπους. Τότε κάποιος από τους μάντεις είπε να προσφέρουν θυσία στον άνεμο. Και αυτοί θυσίασαν. Και τότε όλοι νόμισαν ότι ολοφάνερα κόπασε η δύναμη του ανέμου, το βάθος όμως του χιονιού έφτανε τη μία οργιά. Κι αυτός ήταν ο λόγος που πολλοί δούλοι και υποζύγια χάθηκαν και από τους στρατιώτες περίπου τριάντα. Πέρασαν λοιπόν τη νύχτα ανάβοντας φωτιές. [...]
Ο Ξενοφών, λοιπόν, ο οποίος βρισκόταν στην οπισθοφυλακή και προλάβαινε αυτούς που κατέρρεαν, δεν γνώριζε τι τους συνέβαινε. Όταν κάποιος από τους έμπειρους στρατιώτες του είπε ότι χωρίς αμφιβολία λιμοκτονούν και πως θα σταθούν στα πόδια τους αν φάνε κάτι, αυτός, τριγυρίζοντας τα υποζύγια, αν τυχόν έβλεπε κάτι φαγώσιμο, το μοίραζε και έδινε εντολή σε όσους είχαν ακόμη δυνάμεις να δώσουν τροφή σ’ όσους κατέρρεαν από την πείνα. Κι όταν αυτοί έτρωγαν κάτι, σηκώνονταν και συνέχιζαν την πορεία τους. [...]
Ο Χειρόσοφος και όσοι από το στράτευμα τα κατάφεραν στρατοπέδευσαν στο σημείο αυτό, ενώ από τους άλλους στρατιώτες όσοι δεν μπόρεσαν να ολοκληρώσουν την πορεία, πέρασαν τη νύχτα νηστικοί και δίχως φωτιά` και εδώ πάλι πέθαναν κάποιοι στρατιώτες। Τους ακολουθούσαν και κάποιοι από τους εχθρούς συγκεντρωμένοι και άρπαζαν τα εξασθενημένα υποζύγια και πολεμούσαν αναμεταξύ τους για αυτά. Μένανε πίσω όσοι στρατιώτες είχαν χάσει την όρασή τους εξαιτίας του χιονιού και σ' όσους είχαν σαπίσει τα δάχτυλα των ποδιών εξαιτίας του ψύχους. Κι ήταν κάποια προστασία από το χιόνι για τα μάτια, εάν κρατούσαν κάτι μαύρο μπροστά από τα μάτια τους και προχωρούσαν. Από την άλλη, ήταν μια προστασία για τα πόδια, εάν κινούνταν χωρίς να σταματούν καθόλου και αν τη νύχτα έβγαζαν τα παπούτσια τους. Όσοι όμως κοιμούνταν με τα παπούτσια , έμπαιναν στα πόδια τους τα λουριά και τα παπούτσια πάγωναν. Γιατί φορούσαν τσαρούχια από δέρματα πρόσφατα γδαρμένων βοδιών, καθώς δεν είχαν πια τα παλιά τους υποδήματα. Εξαιτίας αυτών των αναγκών, λοιπόν, έμεναν πίσω κάποιοι από τους στρατιώτες. Και αυτοί, όταν είδαν ένα μαύρο σημείο -επειδή εκεί δεν είχε πια χιόνι-, υπέθεσαν ότι το χιόνι είχε λιώσει. Κι όντως είχε λιώσει εξαιτίας μιας βρύσης η οποία εκεί κοντά έβγαζε ατμούς μέσα σε μια δασωμένη κοιλάδα. Τότε έβγαιναν από την πορεία και κάθονταν και αρνούνταν να πορευθούν. Ο Ξενοφών με τους οπισθοφύλακες, μόλις αντιλήφθηκε τι συμβαίνει, τους παρακαλούσε χρησιμοποιώντας κάθε τρόπο και τέχνασμα να μην μένουν πίσω. Τους έλεγε ότι ακολουθούν πολλοί εχθροί συγκεντρωμένοι και στο τέλος οργίζονταν. Εκείνοι τον προέτρεπαν να τους σκοτώσει, καθώς δεν μπορούσαν να βαδίσουν άλλο. Τότε τους φάνηκε ότι ήταν το καλύτερο να φοβίσουν τους εχθρούς που τους ακολουθούσαν, όπως μπορούσε κανείς, για να μην επιτεθούν στους εξαντλημένους στρατιώτες. Είχε μόλις σκοτεινιάσει, και οι εχθροί πλησίαζαν κάνοντας θόρυβο πολύ καθώς διεκδικούσαν ο ένας από τον άλλο όσα είχαν αρπάξει. Τότε οι οπισθοφύλακες, που είχαν δυνάμεις, σηκώθηκαν κι έτρεξαν εναντίον τους, ενώ οι εξαντλημένοι στρατιώτες φωνάζοντας όσο πιο δυνατά μπορούσαν χτυπούσαν τις ασπίδες τους με τα δόρατα. Και οι εχθροί φοβισμένοι υποχώρησαν μέσα στο χιόνι προς την κοιλάδα, και πια δεν ακούστηκε καμιά φωνή από πουθενά.

Danae/2nd Grade

martes, 30 de noviembre de 2010

Λυσίας, Υπέρ Μαντιθέου (3)

ΤΟ ΣΑΝΙΔΙΟΝ (6-9)
Μετά από τη σύντομη παράθεση των γεγονότων της αποδημίας και της επιστροφής του Μαντίθεου στην Αθήνα, λίγους μήνες πριν την πτώση του καθεστώτος των Τριάκοντα –διήγηση που στόχο έχει να εμφανίσει την επάνοδο του Μαντίθεου στην Αθήνα ως σύγχρονη περίπου με την ήττα και τη διάλυση του καθεστώτος αυτού και την αποκατάσταση του δημοκρατικού πολιτεύματος, ο Μαντίθεος περνά στο στοιχείο το οποίο φαίνεται πως οι αντίπαλοί του χρησιμοποίησαν, ως έναν βαθμό τουλάχιστον, προκειμένου να τον ελέγξουν για ολιγαρχικά, τουλάχιστον, φρονήματα. Ο Μαντίθεος αντιμετωπίζει τώρα αυτό που στο προοίμιο εμφάνισε ως κατηγορητήριο με μια σειρά από κατά το εικός επιχειρήματα (ενθυμήματα). Επιδιώκει να υποβαθμίσει τη σημασία του σανιδίου ως αποδεικτικού στοιχείου για τη συμμετοχή του στο ιππικό των Τριάκοντα. Αρχικά ισχυρίζεται ότι βρίσκονται εγγεγραμμένοι στο σανίδιο μερικοί από αυτούς που είχαν αποδημήσει την εποχή των Τριάκοντα, όπως αυτός δηλαδή, ενώ πολλοί, οι οποίοι παραδέχονταν ότι υπηρέτησαν ως ιππείς δεν αναγράφονται. Δεν αναφέρει όμως κανένα παράδειγμα ούτε για τη μια ούτε για την άλλη περίπτωση.
Στη συνέχεια συγκρίνει την αποδεικτική αξία του σανιδίου με την αποδεικτική αξία των καταλόγων των φυλάρχων. Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το σανίδιο δεν είναι καθόλου αξιόπιστο με την εξής συλλογική: Αν οι φύλαρχοι δεν κατόρθωναν να συγκεντρώσουν το συνολικό ποσό των επιδομάτων που είχαν δοθεί στους ιππείς και να το επιστρέψουν στο δημόσιο ταμείο, τότε ήταν υποχρεωμένοι να καταβάλουν οι ίδιοι τη διαφορά. Άρα αυτό σημαίνει πως η κατάρτιση των καταλόγων γινόταν με πολύ μεγαλύτερη προσοχή και ευθύνη και κανένα επίδομα από κανέναν ιππέα δεν θα έπρεπε να ξεφύγει. Το σανίδιο, από την άλλη μεριά, ήταν εκτεθειμένο σε δημόσιο χώρο και ο καθένας είχε τη δυνατότητα να διαγράψει όποιου το όνομα ήθελε. Πέρα από το γεγονός ότι ο Μαντίθεος δεν αναφέρει και πάλι παραδείγματα ονομάτων που είχαν διαγραφεί από το σανίδιο (το δικό του όνομα, ωστόσο, δεν διαγράφηκε• υπήρχε, και άρα θα έπρεπε να αποδείξει πως κάποιος που τον επιβουλευόταν το προσέθεσε), μένει ανοικτό το θέμα αν το σανίδιο αποτελούσε πηγή για την κατάρτιση των καταλόγων και συνεπώς ήταν περισσότερο αξιόπιστο από τους καταλόγους, από όπου θα μπορούσε να παραληφθεί ένα όνομα είτε λόγω αβλεψίας είτε επειδή δωροδοκήθηκε ο φύλαρχος. Ο Μαντίθεος όμως δεν αφήνει πολλά περιθώρια στους βουλευτές: δηλώνει προκαταβολικά πως είναι ανόητο να εξετάσει κανείς την παρουσία ή την απουσία ονομάτων από το σανίδιο και εμφανίζει ως δεδομένη και αυταπόδεικτη την αξιοπιστία των αρχόντων για τους οποίους έχει προβλεφθεί κάποια ποινή στην περίπτωση που δεν πράξουν σωστά το έργο τους. Χαρακτηριστικό είναι ότι ξεκινά την επιχειρηματολογία του με τη φράση εικός ην (5) και τελειώνει με τη φράση αναγκαίον ην (7).
Οι ισχυρισμοί του για το σανίδιο ενδέχεται να ισχύουν, είναι πιθανόν να συμβαίνει αυτό που ισχυρίζεται. Συμβαίνουν ως επί το πλείστον όσα ισχυρίζεται, ιδιαίτερα αν συνδεθούν με το ήθος που διαγράφει ο ομιλών για το πρόσωπό του ή τους αντιπάλους του, όπως συμβαίνει εδώ. Μπορεί όμως και να μην έχουν συμβεί έτσι τα πράγματα. Το ζητούμενο, πάντως, όπως το έθεσε ο ίδιος στην πρόθεσιν, δεν έχει αποδειχθεί κατά τρόπο αδιαμφισβήτητο. Τα επιχειρήματα που στη συνέχεια θα χρησιμοποιήσει ότι δεν έβλαψε κανέναν επί του καθεστώτος των Τριάκοντα, καθώς και το γεγονός ότι και άλλοι που είχαν αξιώματα επί των Τριάκοντα κατέκτησαν πάλι αξιώματα και επί δημοκρατίας, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, είναι σαφώς ισχυρότερα. Για τον λόγο αυτόν, άλλωστε, τα αφήνει και για το τέλος της ενότητας αυτής του λόγου του, λίγο πριν ανεβούν οι μάρτυρες που θα βεβαιώσουν όλα ή κάποια από τα γεγονότα που ανέφερε.

Αnastasia, 2nd Grade/Πειραματικό Λύκειο Αγίων Αναργύρων

Λυσίας, Υπέρ Μαντιθέου (2)

ΠΡΟΟΙΜΙΟ (1-3)
Το προοίμιο, γενικότερα, ενός ρητορικού λόγου στοχεύει να κερδίσει την προσοχή των ακροατών, να τους διαθέσει ευνοϊκά προς τον ομιλούντα και να τους ενημερώσει συνοπτικά για το θέμα του λόγου. Τους στόχους αυτούς θέτει και το προοίμιο του λόγου αυτού του Λυσία.
Ο παράδοξος και εντυπωσιακός (αλλά και ειρωνικός) τρόπος έναρξης του λόγου, όπου ο κατηγορούμενος δηλώνει πως σχεδόν χρωστά χάρη στον κατήγορο που του δίνει την ευκαιρία να μιλήσει δημόσια για τη ζωή του, στοχεύει στην πρόκληση της προσοχής των βουλευτών. Ο Μαντίθεος είναι σχεδόν ευγνώμων στους κατηγόρους του, καθώς τον αναγκάζουν να λογοδοτήσει για τα πεπραγμένα του και να αποδείξει ότι έχει υπάρξει μετρίως βεβιωκώς, θέμα στο οποίο θα αφιερώσει τελικά και το μεγαλύτερο μέρος του λόγου, προσπερνώντας μέσα σε λίγες παραγράφους ό,τι ο ίδιος θα εμφανίσει στο τέλος του προοιμίου ως κατηγορητήριο.
Ήδη από την αρχή του λόγου ο Μαντίθεος εμφανίζει τον εαυτό του θύμα των συκοφαντιών των αντιπάλων του αλλά και αποφασισμένο να αποδείξει τα δημοκρατικά του φρονήματα και την προσφορά του προς την πόλη και τους πολέμους της. Εμφανίζεται γεμάτος αυτοπεποίθηση και σιγουριά πως, παρά τις φημολογίες που κυκλοφορούν σε βάρος του, θα αποδειχθεί ότι όντως διαθέτει στη δημόσια και την ιδιωτική του ζωή τα προσόντα εκείνα που απαιτεί το βουλευτικό αξίωμα. Με διακριτικό τρόπο δηλώνεται η αγανάκτησή του για τους αντιπάλους, οι οποίοι, όπως σημειώνει, τον συκοφαντούν άδικα και επιδιώκουν να τον βλάψουν. Είναι βέβαιος πως, μετά το τέλος του λόγου του, θα κριθούν χείρονες από το ακροατήριο, ενώ ο ίδιος πολύ βελτίων.
Στο τέλος του προοιμίου, στο τμήμα που ονομάζεται πρόθεσις, ο Μαντίθεος δηλώνει το θέμα των επόμενων παραγράφων του λόγου του, ό,τι δηλαδή εμφανίζει ως κατηγορητήριο: θα αποδείξει ότι δεν υπηρέτησε ως ιππέας την εποχή των Τριάκοντα και ότι δεν μετείχε στο πολίτευμά τους.

Αnastasia, 2nd Grade/Πειραματικό Λύκειο Αγίων Αναργύρων

lunes, 29 de noviembre de 2010

Λυσίας (1)





Ο Λυσίας (περ. 445 π.Χ. – 380 π.Χ.) γεννήθηκε στην Αθήνα. Καταγόταν από εύπορη οικογένεια μέτοικων. Σε μικρή ηλικία μετανάστευσε στην Κάτω Ιταλία, όπου διδάχτηκε την ρητορική από επιφανείς ρητοροδιδασκάλους. Επιστρέφοντας στην Αθήνα, βίωσε πολλές συμφορές επί των Τριάκοντα, με αποκορύφωμα τον θάνατο του αδελφού του. Συνέβαλε στην αποκατάσταση της δημοκρατίας και για αυτό τιμήθηκε με ισοτέλεια (απαλλάχθηκε από την υποχρέωση καταβολής του μετοικίου, φόρου που οι Αθηναίοι επέβαλλαν στους μετοίκους). Άσκησε το επάγγελμα του λογογράφου, για αυτό και το μεγαλύτερο μέρος του συγγραφικού έργου του αποτελείται από δικανικούς λόγους.
Ὑπέρ Μαντιθέου
Πρόκειται για έναν από τους δικανικούς λόγους του Λυσία. Για την ακρίβεια πρόκειται για υπερασπιστικό λόγο που εκφωνείται από τον υπό δοκιμασία βουλευτή Μαντίθεο ενώπιον της Βουλής. Εκτιμάται ότι εκφωνήθηκε στον χώρο του Νέου Βουλευτηρίου (αρχαία αγορά της Αθήνας, σε κόκκινο κύκλο στον χάρτη) ανάμεσα στα 392 και 389 π.Χ.
Ο Μαντίθεος
Ο Μαντίθεος, ένας νέος 30 χρονών περίπου, ο οποίος ανήκε στην Ακαμαντίδα φυλή (περιοχή Θορικού, αρ. 5 στον χάρτη), κληρώθηκε βουλευτής. Τώρα περνά από τη διαδικασία της δοκιμασίας, του ελέγχου δηλαδή της δημόσιας και ιδιωτικής του ζωής, προκειμένου να κριθεί αν είναι κατάλληλος για το αξίωμα του βουλευτή, αν είναι δηλαδή Αθηναίος πολίτης και αν η συμπεριφορά του προς τους θεούς, τους γονείς του και την πόλη είναι η πρέπουσα. Κατηγορήθηκε όμως, όπως ο ίδιος ισχυρίζεται στον λόγο του, ότι διετέλεσε ιππέας επί των Τριάκοντα τυράννων, καθώς το όνομά του συμπεριλαμβάνεται στο σανίδιον, τον πίνακα, όπου ήταν αναγεγραμμένα τα ονόματα των ιππέων κατά την περίοδο αυτήν. Αναφέρει όμως επίσης ότι κυκλοφορούν και κάποιες φήμες σε βάρος του. Την κατηγορία τη σχετική με τη θητεία του στο ιππικό των Τριάκοντα επιχειρεί να ανασκευάσει ο Μαντίθεος στον λόγο του αυτόν. Κυρίως όμως επιχειρεί να απαντήσει στις φημολογίες σχετικά με το πρόσωπό του. Τελικός στόχος του είναι να αποδείξει ότι όντως έχει ζήσει μετρίως, με σύνεση και σωφροσύνη, κοσμίως, όπως απαιτούσε ο αθηναϊκός δήμος για τα μέλη της ελίτ.
Παναγιώτης 2nd Grade/Πειραματικό Λύκειο Αγίων Αναργύρων