domingo, 26 de diciembre de 2010
lunes, 20 de diciembre de 2010
domingo, 19 de diciembre de 2010
A panxoliña" Adeste fideles"
A célebre panxoliña Adeste fideles, que escoitamos cada Nadal, foi interpretada e versionada por moitos artistas. As extraordinarias voces de Enya e Celine Dión ofrécennos dous marabillosos regalos.
Adeste fideles
Adeste, fideles, laeti, triumphantes,
Venite, venite in Bethlehem:
Natum videte regem angelorum:
Venite adoremus, venite adoremus
Venite adoremus Dominum.
En grege relicto, humiles ad cunas,
vocati pastores approperant.
Et nos ovanti gradu festinemus.
Venite adoremus, venite adoremus
Venite adoremus Dominum.
Aeterni Parentis splendorem aeternum,
velatum sub carne videbimus.
Deum infantem, pannis involutum.
Venite adoremus, venite adoremus
Venite adoremus Dominum.
Pro nobis egenum et foeno cubantem,
piis foveamus amplexibus.
Sic nos amantem quis non redamaret?
Venite adoremus, venite adoremus
Venite adoremus Dominum.
O come ye, O come ye to Bethlehem.
Born the King of Angels! O come, let us adore Him,
O come, all ye faithful,
Joyful and triumphant,
Come and behold Him,
O come, let us adore Him,
O come, let us adore Him,
Sing, in exhaltation
Christ the Lord. Sing, choirs of angels
O sing, all ye citizens of heav'n above. Glory to God -
Glory in the Highest O come, let us adore Him,
Christ the Lord. Yea, Lord, we greet Thee,
Oh Jesus, to Thee be the glory giv'n
O come, let us adore Him,
O come, let us adore Him,
Born this happy morning
Word of the Father,
Linguarum Comparatio
Questa tabella è stata realizzata da alcuni alunni, guidati dalla loro insegnante,
di una IV ginnasiale (I anno della Scuola superiore), con lo scopo di mostrare
le affinità, e talvolta le identità, lessicali delle lingue indoeuropeee.
This table has been created by some students, guided by their teacher,
of a class IV Secondary School (first year of high school), in order to show
lexical similarities, and sometimes lexical identity, between Indo-European languages.
di una IV ginnasiale (I anno della Scuola superiore), con lo scopo di mostrare
le affinità, e talvolta le identità, lessicali delle lingue indoeuropeee.
This table has been created by some students, guided by their teacher,
of a class IV Secondary School (first year of high school), in order to show
lexical similarities, and sometimes lexical identity, between Indo-European languages.
Σαπφώ 31LP
Φαίνεταί μοι κῆνος ἴσος θέοισιν
ἔμμεν' ὤνηρ, ὄττις ἐνάντιός τοι
ἰσδάνει καὶ πλάσιον ἆδυ φονεί-
σας ὐπακούει
καὶ γελαίσας ἰμέροεν, τό μ' ἦ μὰν
καρδίαν ἐν στήθεσιν ἐπτόαισεν·
ὠς γὰρ ἔς σ' ἴδω βρόχε', ὤς με φώναί-
σ' οὐδ' ἒν ἔτ' εἴκει,
ἀλλά κὰμ μὲν γλῶσσα μ' ἔαγε, λέπτον
δ' αὔτικα χρῷ πῦρ ὐπαδεδρόμηκεν,
ὀππάτεσσι δ' οὐδ' ἒν ὄρημμ', ἐπιρρόμ-
βεισι δ' ἄκουαι,
κὰδ' δέ ἴδρως κακχέεται, τρόμος δὲ
παῖσαν ἄγρει, χλωροτέρα δὲ ποίας
ἔμμι, τεθνάκην δ' ὀλίγω 'πιδεύης
φαίνομ' ἔμ' αὔτᾳ.
A lenda de Eneas e Dido
A tráxica historia de amor do príncipe troiano Eneas e a raína de Cartago, Dido, foi maxistralmente interpretada na ópera Dido and Aeneas de Henry Purcell (1659-1695), compositor inglés do barroco.
Este fragmento pertence ao momento no que Dido, en presenza da súa irmán Ana, laméntase do seu desafortunado destino e, tras suicidarse, consúmese na pira funeraria .
jueves, 16 de diciembre de 2010
lunes, 13 de diciembre de 2010
Xenophon and the 10,000 marching in the snow
Xenophon, Anabasis 4.5. 3-5, 8-9, 11-18
Xenophon accompanied the Ten Thousand, a large army of Greek mercenaries hired by Cyrus the Younger, who intended to seize the throne of Persia from his brother, Artaxerxes II. Cyrus was killed in the battle at Cunaxa in Babylon (401 BC), while, the Greek senior were killed or captured by the Persian satrap Tissaphernes. Xenophon, one of the remaining leaders elected by the soldiers, encouraged the Greek army of 10,000 to march north across deserts and snow-filled mountain passes towards the Black Sea and the Greek shoreline cities. The 10,000 had to fight their way northwards through Corduene and Armenia, making decisions about their leadership, tactics and destiny, while the King's army and hostile natives constantly barred their way and attacked their flanks. This "marching republic" managed to reach the shores of the Black Sea at Trabzon. But that was not the end of their journey, which ended with their recruitment into the army of the Spartan general Thibron. In the following passages Xenophon narrates about the difficulties the 10,000 encountered in the snowy mountains of Armenia (see the map).
Από εδώ βάδιζαν στη πεδιάδα μέσα από πολύ χιόνι για τρείς σταθμούς και πέντε παρασάγγες. Ο τρίτος σταθμός ήταν γεμάτος δυσκολίες, ενώ ο βόρειος άνεμος τους χτυπούσε στο πρόσωπο κατακαίγοντας τα πάντα και παγώνοντας τους ανθρώπους. Τότε κάποιος από τους μάντεις είπε να προσφέρουν θυσία στον άνεμο. Και αυτοί θυσίασαν. Και τότε όλοι νόμισαν ότι ολοφάνερα κόπασε η δύναμη του ανέμου, το βάθος όμως του χιονιού έφτανε τη μία οργιά. Κι αυτός ήταν ο λόγος που πολλοί δούλοι και υποζύγια χάθηκαν και από τους στρατιώτες περίπου τριάντα. Πέρασαν λοιπόν τη νύχτα ανάβοντας φωτιές. [...]
Ο Ξενοφών, λοιπόν, ο οποίος βρισκόταν στην οπισθοφυλακή και προλάβαινε αυτούς που κατέρρεαν, δεν γνώριζε τι τους συνέβαινε. Όταν κάποιος από τους έμπειρους στρατιώτες του είπε ότι χωρίς αμφιβολία λιμοκτονούν και πως θα σταθούν στα πόδια τους αν φάνε κάτι, αυτός, τριγυρίζοντας τα υποζύγια, αν τυχόν έβλεπε κάτι φαγώσιμο, το μοίραζε και έδινε εντολή σε όσους είχαν ακόμη δυνάμεις να δώσουν τροφή σ’ όσους κατέρρεαν από την πείνα. Κι όταν αυτοί έτρωγαν κάτι, σηκώνονταν και συνέχιζαν την πορεία τους. [...]
Ο Χειρόσοφος και όσοι από το στράτευμα τα κατάφεραν στρατοπέδευσαν στο σημείο αυτό, ενώ από τους άλλους στρατιώτες όσοι δεν μπόρεσαν να ολοκληρώσουν την πορεία, πέρασαν τη νύχτα νηστικοί και δίχως φωτιά` και εδώ πάλι πέθαναν κάποιοι στρατιώτες। Τους ακολουθούσαν και κάποιοι από τους εχθρούς συγκεντρωμένοι και άρπαζαν τα εξασθενημένα υποζύγια και πολεμούσαν αναμεταξύ τους για αυτά. Μένανε πίσω όσοι στρατιώτες είχαν χάσει την όρασή τους εξαιτίας του χιονιού και σ' όσους είχαν σαπίσει τα δάχτυλα των ποδιών εξαιτίας του ψύχους. Κι ήταν κάποια προστασία από το χιόνι για τα μάτια, εάν κρατούσαν κάτι μαύρο μπροστά από τα μάτια τους και προχωρούσαν. Από την άλλη, ήταν μια προστασία για τα πόδια, εάν κινούνταν χωρίς να σταματούν καθόλου και αν τη νύχτα έβγαζαν τα παπούτσια τους. Όσοι όμως κοιμούνταν με τα παπούτσια , έμπαιναν στα πόδια τους τα λουριά και τα παπούτσια πάγωναν. Γιατί φορούσαν τσαρούχια από δέρματα πρόσφατα γδαρμένων βοδιών, καθώς δεν είχαν πια τα παλιά τους υποδήματα. Εξαιτίας αυτών των αναγκών, λοιπόν, έμεναν πίσω κάποιοι από τους στρατιώτες. Και αυτοί, όταν είδαν ένα μαύρο σημείο -επειδή εκεί δεν είχε πια χιόνι-, υπέθεσαν ότι το χιόνι είχε λιώσει. Κι όντως είχε λιώσει εξαιτίας μιας βρύσης η οποία εκεί κοντά έβγαζε ατμούς μέσα σε μια δασωμένη κοιλάδα. Τότε έβγαιναν από την πορεία και κάθονταν και αρνούνταν να πορευθούν. Ο Ξενοφών με τους οπισθοφύλακες, μόλις αντιλήφθηκε τι συμβαίνει, τους παρακαλούσε χρησιμοποιώντας κάθε τρόπο και τέχνασμα να μην μένουν πίσω. Τους έλεγε ότι ακολουθούν πολλοί εχθροί συγκεντρωμένοι και στο τέλος οργίζονταν. Εκείνοι τον προέτρεπαν να τους σκοτώσει, καθώς δεν μπορούσαν να βαδίσουν άλλο. Τότε τους φάνηκε ότι ήταν το καλύτερο να φοβίσουν τους εχθρούς που τους ακολουθούσαν, όπως μπορούσε κανείς, για να μην επιτεθούν στους εξαντλημένους στρατιώτες. Είχε μόλις σκοτεινιάσει, και οι εχθροί πλησίαζαν κάνοντας θόρυβο πολύ καθώς διεκδικούσαν ο ένας από τον άλλο όσα είχαν αρπάξει. Τότε οι οπισθοφύλακες, που είχαν δυνάμεις, σηκώθηκαν κι έτρεξαν εναντίον τους, ενώ οι εξαντλημένοι στρατιώτες φωνάζοντας όσο πιο δυνατά μπορούσαν χτυπούσαν τις ασπίδες τους με τα δόρατα. Και οι εχθροί φοβισμένοι υποχώρησαν μέσα στο χιόνι προς την κοιλάδα, και πια δεν ακούστηκε καμιά φωνή από πουθενά.
Danae/2nd Grade
Xenophon accompanied the Ten Thousand, a large army of Greek mercenaries hired by Cyrus the Younger, who intended to seize the throne of Persia from his brother, Artaxerxes II. Cyrus was killed in the battle at Cunaxa in Babylon (401 BC), while, the Greek senior were killed or captured by the Persian satrap Tissaphernes. Xenophon, one of the remaining leaders elected by the soldiers, encouraged the Greek army of 10,000 to march north across deserts and snow-filled mountain passes towards the Black Sea and the Greek shoreline cities. The 10,000 had to fight their way northwards through Corduene and Armenia, making decisions about their leadership, tactics and destiny, while the King's army and hostile natives constantly barred their way and attacked their flanks. This "marching republic" managed to reach the shores of the Black Sea at Trabzon. But that was not the end of their journey, which ended with their recruitment into the army of the Spartan general Thibron. In the following passages Xenophon narrates about the difficulties the 10,000 encountered in the snowy mountains of Armenia (see the map).
Από εδώ βάδιζαν στη πεδιάδα μέσα από πολύ χιόνι για τρείς σταθμούς και πέντε παρασάγγες. Ο τρίτος σταθμός ήταν γεμάτος δυσκολίες, ενώ ο βόρειος άνεμος τους χτυπούσε στο πρόσωπο κατακαίγοντας τα πάντα και παγώνοντας τους ανθρώπους. Τότε κάποιος από τους μάντεις είπε να προσφέρουν θυσία στον άνεμο. Και αυτοί θυσίασαν. Και τότε όλοι νόμισαν ότι ολοφάνερα κόπασε η δύναμη του ανέμου, το βάθος όμως του χιονιού έφτανε τη μία οργιά. Κι αυτός ήταν ο λόγος που πολλοί δούλοι και υποζύγια χάθηκαν και από τους στρατιώτες περίπου τριάντα. Πέρασαν λοιπόν τη νύχτα ανάβοντας φωτιές. [...]
Ο Ξενοφών, λοιπόν, ο οποίος βρισκόταν στην οπισθοφυλακή και προλάβαινε αυτούς που κατέρρεαν, δεν γνώριζε τι τους συνέβαινε. Όταν κάποιος από τους έμπειρους στρατιώτες του είπε ότι χωρίς αμφιβολία λιμοκτονούν και πως θα σταθούν στα πόδια τους αν φάνε κάτι, αυτός, τριγυρίζοντας τα υποζύγια, αν τυχόν έβλεπε κάτι φαγώσιμο, το μοίραζε και έδινε εντολή σε όσους είχαν ακόμη δυνάμεις να δώσουν τροφή σ’ όσους κατέρρεαν από την πείνα. Κι όταν αυτοί έτρωγαν κάτι, σηκώνονταν και συνέχιζαν την πορεία τους. [...]
Ο Χειρόσοφος και όσοι από το στράτευμα τα κατάφεραν στρατοπέδευσαν στο σημείο αυτό, ενώ από τους άλλους στρατιώτες όσοι δεν μπόρεσαν να ολοκληρώσουν την πορεία, πέρασαν τη νύχτα νηστικοί και δίχως φωτιά` και εδώ πάλι πέθαναν κάποιοι στρατιώτες। Τους ακολουθούσαν και κάποιοι από τους εχθρούς συγκεντρωμένοι και άρπαζαν τα εξασθενημένα υποζύγια και πολεμούσαν αναμεταξύ τους για αυτά. Μένανε πίσω όσοι στρατιώτες είχαν χάσει την όρασή τους εξαιτίας του χιονιού και σ' όσους είχαν σαπίσει τα δάχτυλα των ποδιών εξαιτίας του ψύχους. Κι ήταν κάποια προστασία από το χιόνι για τα μάτια, εάν κρατούσαν κάτι μαύρο μπροστά από τα μάτια τους και προχωρούσαν. Από την άλλη, ήταν μια προστασία για τα πόδια, εάν κινούνταν χωρίς να σταματούν καθόλου και αν τη νύχτα έβγαζαν τα παπούτσια τους. Όσοι όμως κοιμούνταν με τα παπούτσια , έμπαιναν στα πόδια τους τα λουριά και τα παπούτσια πάγωναν. Γιατί φορούσαν τσαρούχια από δέρματα πρόσφατα γδαρμένων βοδιών, καθώς δεν είχαν πια τα παλιά τους υποδήματα. Εξαιτίας αυτών των αναγκών, λοιπόν, έμεναν πίσω κάποιοι από τους στρατιώτες. Και αυτοί, όταν είδαν ένα μαύρο σημείο -επειδή εκεί δεν είχε πια χιόνι-, υπέθεσαν ότι το χιόνι είχε λιώσει. Κι όντως είχε λιώσει εξαιτίας μιας βρύσης η οποία εκεί κοντά έβγαζε ατμούς μέσα σε μια δασωμένη κοιλάδα. Τότε έβγαιναν από την πορεία και κάθονταν και αρνούνταν να πορευθούν. Ο Ξενοφών με τους οπισθοφύλακες, μόλις αντιλήφθηκε τι συμβαίνει, τους παρακαλούσε χρησιμοποιώντας κάθε τρόπο και τέχνασμα να μην μένουν πίσω. Τους έλεγε ότι ακολουθούν πολλοί εχθροί συγκεντρωμένοι και στο τέλος οργίζονταν. Εκείνοι τον προέτρεπαν να τους σκοτώσει, καθώς δεν μπορούσαν να βαδίσουν άλλο. Τότε τους φάνηκε ότι ήταν το καλύτερο να φοβίσουν τους εχθρούς που τους ακολουθούσαν, όπως μπορούσε κανείς, για να μην επιτεθούν στους εξαντλημένους στρατιώτες. Είχε μόλις σκοτεινιάσει, και οι εχθροί πλησίαζαν κάνοντας θόρυβο πολύ καθώς διεκδικούσαν ο ένας από τον άλλο όσα είχαν αρπάξει. Τότε οι οπισθοφύλακες, που είχαν δυνάμεις, σηκώθηκαν κι έτρεξαν εναντίον τους, ενώ οι εξαντλημένοι στρατιώτες φωνάζοντας όσο πιο δυνατά μπορούσαν χτυπούσαν τις ασπίδες τους με τα δόρατα. Και οι εχθροί φοβισμένοι υποχώρησαν μέσα στο χιόνι προς την κοιλάδα, και πια δεν ακούστηκε καμιά φωνή από πουθενά.
Danae/2nd Grade
domingo, 12 de diciembre de 2010
viernes, 10 de diciembre de 2010
Las bodas en la Antigua Roma
Fresco pompeyano de un matrimonio |
Las justas bodas estaban reservadas para los hombres libres. Los esclavos no tenían derecho al matrimonio, excepto un sector de ellos, que desempeñaba cargos de responsabilidad.
Para casarse no se necesitaba la intervención de ninguna autoridad civil o religiosa. La ceremonia no dejaba necesariamente documento escrito.
Los hijos engendrados en el matrimonio eran legítimos, tomaban el nombre del padre, continuaban la linea de descendencia y eran los herederos del patrimonio.
Rosa y Patricia 1º de Bac. IES de Poio
jueves, 9 de diciembre de 2010
miércoles, 8 de diciembre de 2010
Rexións de Italia
Desde o IES de Arzúa estamos encantados de participar neste blog.
Esta é a nosa primeira aportación, esperamos que vos guste.
Esta é a nosa primeira aportación, esperamos que vos guste.
martes, 7 de diciembre de 2010
lunes, 6 de diciembre de 2010
domingo, 5 de diciembre de 2010
sábado, 4 de diciembre de 2010
Proverbia et dicta latina
Click on "pantalla completa" at the top in order to see the presentation full screen.
viernes, 3 de diciembre de 2010
Vestimenta en época romana
Estatua romana de Livia Drusilla con palla y stola. La ropa femenina en Roma estaba constituida por cuatro partes:
La vestimenta masculina se diferenciaba según la clase social: La toga: Era el vestido oficial que lucían al mostrarse en público. Era una pieza de lana blanca (en invierno gruesa y más fina en verano). Era muy complicada de poner, por lo que a veces necesitaban ayuda de un esclavo. Por esa razón, a partir de la época imperial, fue sustituida en ocasiones por vestidos que permitían más libertad de movimientos como capas o capotes y mantos. Recibía nombres distintos según los adornos que llevaba: toga pura si no llevaba ninguno, toga praetexta con una orla de púrpura, toga picta bordada en oro, toga purpurea totalmente de púrpura con algo blanco. Bajo la toga llevaban la túnica de distinto tejido según la época, ceñida por un cinturón y adornada con el clavus (una banda que indicaba el orden al que pertenecía su portador). Era larga hasta las rodillas y se vestía dentro de casa y en el trabajo. Los esclavos y la gente humilde solo llevaban una túnica. No había diferencia entre calzado femenino y masculino excepto en la blandura de la piel y la variedad de colores y adornos. Había tres tipos de calzado :
Alba, Sara, Tatiana, 1º Bachillerato, IES de Poio |
La comida en la Roma Antigua
Fresco pompeyano La comida en Roma, se dividía en tres partes: Tradicionalmente por la mañana se servía un desayuno, el ientaculum, al mediodía un pequeño almuerzo, el prandium, y al atardecer la comida principal del día, la cena. Ientaculum Originalmente estaba compuesto de barras planas y redondas hechas de farro (un grano de cereal emparentado con el trigo) con algo de sal; en las clases altas también había huevos, queso y miel, así como leche y fruta. En el período imperial, alrededor del comienzo de la Era Cristiana, el pan de trigo se introdujo y con tiempo más productos horneados reemplazaron al pan de farro. El pan era a veces humedecido con vino e ingerido con aceitunas, queso, galletas o uvas. Prandium Este almuerzo era más rico y consistía en su mayoría de las sobras de la cena del día anterior. Cena A veces se prolongaba hasta muy entrada la noche, especialmente si había invitados, y comúnmente le seguía una comissatio (una ronda de bebidas alcohólicas). Especialmente en el período de los reyes y la república temprana, la cena consistía esencialmente de un tipo de gachas, las puls. El tipo más simple estaba hecho con farro, agua, sal y grasa. El tipo más sofisticado era hecho con aceite de oliva, acompañado con verduras cuando era posible. Las clases más ricas comían su puls con huevos, queso y miel, y ocasionalmente, carne y pescado. En el transcurso del período de la república, la cena se dividió en dos platos: uno fuerte y un postre con fruta y mariscos. Al finalizar la república, era común que la comida se sirviera en tres partes: la entrada (gustatio), el plato fuerte (primae mensae) y el postre (secundae mensae). |
El peinado en el mundo romano
Mujer con peinado de la época Flavia |
En la Antigua Roma nunca estuvo de moda el pelo corto.
Las jóvenes llevaban el pelo recogido con un nudo en la nuca o en trenzas formando un moño .Entre las mujeres casadas era mayor la variedad y la complicación de los peinados: rizos, redecillas, postizos, pelucas rubias, y tintes eran de uso frecuente.
La preocupación por el peinado era tal que, cuando se esculpía un busto, el artista tallaba el peinado con una pieza de marmol suelto para poderlo cambiar al variar la moda.
En la época Flavia el peinado de la mujer alcanzó su máxima complicación con gran volumen de rizos y cintas.
Vanessa Ferreiro y Dariana González 1º BAC, IES de Poio
Suscribirse a:
Entradas (Atom)