lunes, 31 de enero de 2011

Λυσίας, Υπέρ Μαντιθέου (5)

ΕΠΙΛΟΓΟΣ 20-21

Ο επίλογος του λόγου μπορεί να χαρακτηριστεί ιδιόμορφος, εφόσον δεν έχει τα τυπικά χαρακτηριστικά ενός τυπικού επιλόγου, όπως π.χ. είναι ο επίλογος στον λόγο του Λυσία Υπέρ Αδυνάτου. Σύμφωνα με τη Ρητορική του Αριστοτέλη ένας επίλογος θα πρέπει να υπενθυμίζει συνοψίζοντας το θέμα (ανάμνησις), να προκαλεί πάθη στον ακροατή, να διαθέτει ευνοϊκά τον ακροατή προς τον ρήτορα και δυσμενώς προς τον αντίπαλο, να εξάρει τη σημασία κάποιων πραγμάτων και να ελαχιστοποιήσει την αξία άλλων.
Στον επίλογο του λόγου του όμως ο Μαντίθεος δεν αναφέρεται καθόλου στην κατηγορία και την ανασκευή της ούτε συνοψίζει τον δημόσιο και ιδιωτικό του βίο. Δεν επιτίθεται στους αντιπάλους του και δεν επιχειρεί ούτε να μεγαλοποιήσει ούτε να καταστήσει ασήμαντο κάτι που αφορά την υπόθεσή του. Αντίθετα, συνεχίζει απαντώντας με τον ίδιο υπερήφανο και "επιθετικό" τόνο στην ενόχληση που αντιλαμβάνεται πως κάποιοι αισθάνονται εξαιτίας της δημόσιας συμπεριφοράς του. Ο Μαντίθεος ισχυρίζεται πως κάποιοι θεωρούν πως επέδειξε αγενή, προκλητική, ασεβή συμπεριφορά μιλώντας στην εκκλησία του δήμου σε νεαρή ηλικία. Δικαιολογεί τη στάση του προβάλλοντας το γεγονός ότι αναγκάστηκε να το κάνει, προκειμένου να σώσει την πατρική του περιουσία από τη δήμευση. Ο δεύτερος ισχυρισμός που προβάλλει για να δικαιολογήσει τη στάση του και να αποδείξει πως η δυσαρέσκεια των αντιπάλων του δεν έχει ερίσματα συνεχίζει ουσιαστικά το θέμα του κοσμίως και φιλοτίμως πολιτευομένου που έθιξε στις παραγράφους 18-19. Οι Αθηναίοι θεωρούν άξιους πολίτες όσους ασχολούνται με τα κοινά και ο ίδιος δεν κάνει τίποτε άλλο από το να συνεχίζει την οικογενειακή παράδοση και να ανταποκρίνεται με το ενδιαφέρον του για την πόλη στις αξίες των Αθηναίων.
Ο επίλογος αυτός ταιριάζει απόλυτα στο ήθος του Μαντίθεου όπως αυτό διαγράφηκε μέχρι τώρα. Ο Μαντίθεος παραμένει αξιοπρεπής, θιγμένος και υπερήφανος, γεμάτος αυτοπεποίθηση, ενώ με δυσκολία κρύβεται η έπαρσή του πίσω την επίκληση των αξιών της αθηναϊκής δημοκρατίας, τις οποίες διακηρύσσει πως υπηρετεί. Η ηλικία του ενδεχομένως μπορεί να δικαιολογήσει τη στάση του. Ο λόγος του μοιάζει να ταιριάζει και με τη ζωή του στην εξωραϊσμένη από τον λογογράφο μορφή της, αν βέβαια οι φημολογίες σε βάρος του έχουν κάποια βάση. Και το σημαντικότερο: προφανώς ο Λυσίας έκρινε πως δεν συμφέρει τον πελάτη του να κλείσει με μια ακόμα αναφορά στο ολιγαρχικό παρελθόν της οικογένειας ή στη φημολογία που κυκλοφορεί σε βάρος του. Αντίθετα, κρίνει σκόπιμο να αποσπάσει την προσοχή των βουλευτών από όλα αυτά και να οδηγήσει τη συζήτηση στα χαρακτηριστικά του καλού πολίτη όπως οι ίδιοι οι Αθηναίοι τα είχαν προσδιορίσει, υπογραμμίζοντας έτσι πως ο Μαντίθεος πληροί τις προϋποθέσεις για να γίνει βουλευτής.

Βάσω (Β' Λυκείου)
Θανάσης (Β' Λυκείου)

domingo, 30 de enero de 2011

Isili

Check out this SlideShare Presentation:

Λυσίας, Υπέρ Μαντιθέου (4)

ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΡΟΟΙΜΙΟ, Η ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑ ΖΩΗ ΤΟΥ ΜΑΝΤΙΘΕΟΥ (9-19)

Ο Μαντίθεος, αφού αντικρούσει το κατηγορητήριο, όπως ο ίδιος το παρουσίασε στο προοίμιο του λόγου του (3), προχωρά σε είδος λογοδοσίας σχετικά με την ιδιωτική και τη δημόσια ζωή του. Στο θέμα αυτό αφιερώνει το μεγαλύτερο μέρος του λόγου του και δηλώνει αυτήν την πρόθεσή του στο "δεύτερο" προοίμιο του λόγου του, βασίζοντας την επιλογή του στον ιδιαίτερο χαρακτήρα της δοκιμασίας σε αντίθεση με τους άλλου τύπου δικαστικούς αγώνες (9).
Ουσιαστικά ο Μαντίθεος αναπτύσσει εδώ θέματα που έχουν τεθεί ήδη στο "πρώτο" προοίμιο (1-3) όπου με έμφαση έχει αναφέρει πως θα αποδείξει ότι έχει ζήσει "μετρίως" και ότι είναι πολύ καλύτερος από ό,τι πιστεύουν οι αντίπαλοί του και από ό,τι φημολογείται σε βάρος του.
Στη συνέχεια, ο Μαντίθεος, από την ιδιωτική του ζωή, επιλέγει να αναφερθεί σε ζητήματα διανομής της περιουσίας ή διαχείρισης χρήματος αναφορικά με την οικογένειά του (10).
Από τη δημόσια πάλι ζωή του επιλέγει να αναφερθεί
α) στις συναναστροφές του και στη διαγωγή του, η οποία πολύ διαφέρει από τις συνήθειες άλλων νέων (τυχερά παιχνίδια, μέθη, ακολασίες), οι οποίοι εξαιτίας ακριβώς της κοσμιότητάς του τον φθονούν (11)
β) στο γεγονός ότι δεν έχει εμπλακεί σε σοβαρές δίκες είτε δημόσιες είτε ιδιωτικές και πάντως όχι επονείδιστες (12)
γ) στο γεγονός ότι συνέδραμε οικονομικά άπορους στρατευμένους συμπολίτες του πριν την εκστρατεία στην Αλίαρτο
δ) στη στρατιωτική του θητεία και την εκπλήρωση των στρατιωτικών του υποχρεώσεων. Η συμμετοχή του στην εκστρατεία στην Αλίαρτο τονίζεται με έμφαση. Το ύφος του στην παράγραφο 13 αλλάζει δραματικά (μακροπερίοδος υποτεταγμένος λόγος, χρήση μετοχών, αντιθέσεις), προκειμένου να αποδώσει τον ηρωισμό που ο Μαντίθεος επέδειξε προτείνοντας στον φύλαρχο τη μετάταξή του από το σώμα των ιππέων στους οπλίτες (βλ. εικόνες). Από την άλλη μεριά, το ύφος αυτό συγκαλύπτει το γεγονός ότι ο ηρωισμός του περιορίστηκε στην έκφραση των καλών του προθέσεων, αφού δεν χρειάστηκε το αθηναϊκό σώμα να συγκρουστεί με τους Σπαρτιάτες (13), όπως πληροφορούμαστε από τα Ελληνικά του Ξενοφώντα (3.5.16-25). Από τη συμμετοχή του στη μάχη της Νεμέας, η οποία κατέληξε με βαριά ήττα των Αθηναίων, επιλέγει να τονίσει τη στάση του μετά την ήττα και την πρόθεσή του να συνεχίσει τον αγώνα μαζί με τους άνδρες της φυλής του στη Βοιωτία, την ώρα που όλοι είχαν δειλιάσει. Οι προτροπές του όμως προς τον ταξίαρχο εκφράζουν μεν θάρρος και παρορμητισμό, δεν λαμβάνουν όμως υπόψη τη γενικότερη κατάσταση του στρατεύματος, δεν βασίζονται σε συγκεκριμένο στρατηγικό σχεδιασμό ούτε αποκαλύπτουν ιδιαίτερη αλληλεγγύη προς τους αποδεκατισμένους συστρατιώτες του.
Θα μπορούσαμε να υποθέσουμε πως ο Μαντίθεος επιμένει στις πτυχές αυτές της ζωής του, επειδή θέλει να αντικρούσει φήμες για κακοδιαχείριση χρήματος, αλλαζονική συμπεριφορά και έκλυτο βίο που μάλλον κυκλοφορούσαν σε βάρος του, διατυπωμένες ενδεχομένως ασαφώς στο κατηγορητήριο αλλά πάντως γνωστές στους βουλευτές. Νομίζω πως κάπως έτσι θα πρέπει να εξηγήσουμε την επιμονή του σε θέματα που ούτως ή άλλως είχαν εξεταστεί κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας, προτού δηλαδή ο Μαντίθεος μπει στη διαδικασία να αντικρούσει την επιχειρηματολογία αυτών που εμπόδισαν την επικύρωση της εκλογής του στο βουλευτικό αξίωμα.
Ένας ακόμη παράγοντας που θα πρέπει να λάβουμε υπόψη για να εξηγήσουμε γιατί αφιερώνεται τόσος χρόνος στη λογοδοσία για τη δημόσια και ιδιωτική ζωή, είναι πιθανόν το γεγονός ότι ο ο Μαντίθεος (και ο λογογράφος του ο Λυσίας) μπορεί να μην γνώριζαν εκ των προτέρων το ακριβές περιεχόμενο της κατηγορίας που οι αντίπαλοι θα διατύπωναν. Ας μην ξεχνάμε ότι στον θεσμό της δοκιμασίας η κατηγορία διατυπωνόταν μετά την εξέταση των νέων βουλευτών από την απερχόμενη βουλή. Θα ήταν μάλλον δύσκολο ο υπό δοκιμασία βουλευτής να γνώριζε εκ τον προτέρων με ακρίβεια σε τι ακριβώς θα απολογούνταν, ώστε να ενημερώσει στον λογογράφο του και να έχει έναν λόγο γραμμένο με βάση τις ακριβείς κατηγορίες που θα του προσάπτονταν. Ίσως γι’ αυτό προσπαθεί ο Μαντίθεος να καλύψει ό,τι υποψιάζεται ή γνωρίζει πως ενοχλεί τους αντιπάλους του στη δημόσια και ιδιωτική ζωή του. Προχωρά μάλιστα και πέρα από αυτό: επιχειρεί ο ίδιος να θέσει κριτήρια στους βουλευτές για την έννοια του "κοσμίως και φιλοτίμως πολιτευομένου" (:σημασία έχει το έργο του για την πόλη και όχι η εξωτερική του εμφάνισή, τα μακριά δηλαδή μαλλιά του, τα οποία όμως παρέπεμπαν σε σπαρτιατικές συνήθειες τις οποίες μιμούνταν Αθηναίοι ιππείς, 18-19) και να τους υπενθυμίσει ότι ο δημόσιος λόγος και πράξη όχι μόνον συνιστούν για την οικογένεια του Μαντίθεου παράδοση αλλά αποτελούν και αξίωση των ίδιων των Αθηναίων, στην οποία ο ίδιος πρόθυμα ανταποκρίνεται, όπως θα πει στον επίλογό του (20-21).


Φώτης/Β' Λυκείου

lunes, 24 de enero de 2011

H Βετούρια (Veturia) και ο Κοριολανός (Coriolanus)

Σύμφωνα με τον μύθο, ο πατρίκιος Γναίος Μάρκιος (Gnaeus Marcius) πήρε την προσωνυμία Κοριολανός, επειδή στα 493 π।Χ। νίκησε τους Ουόλσκους (Volsci), λαό που κατοικούσε στα νότια του Λατίου, και κατέλαβε την πόλη Κορίολα. Ήταν αντιπαθής όμως και αλαζονικός και παρά την επιτυχία του στον πόλεμο, εξορίστηκε από τη Ρώμη. Κατέφυγε τότε στους εχθρούς της Ρώμης, τους Ουόλσκους, και σύντομα επιτέθηκε με τον στρατό τους εναντίον της πατρίδας του. Λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Ρώμη δεν δέχτηκε να ακούσει τους απεσταλμένους της πόλης και τους έδιωξε προσβλητικά. Τέλος, η μητέρα του, η Veturia (ή, κατά τον Πλούταρχο Βολουμνία)μαζί με τη γυναίκα του Βολουμνία ή Βεργιλία, τα παιδιά του και με άλλες γυναίκες, προσπάθησαν να τον μεταπείσουν. Η μητέρα του έκανε έκκληση στην αίσθηση του καθήκοντος που είχε ένας γιος προς τους γονείς του (pietas) και κατόρθωσε να τον πείσει να αποσύρει τον στρατό των Ουόλσκων. (fresco 1583, by F. Castello, Villa Romellini Rostan, Genoa-Pegli)
Ο Πλούταρχος στον Βίο του Κοριολανού, ο οποίος είναι παράλληλος με τον Βίο του Αλκιβιάδη αλλά έχει ομοιότητες και με αυτόν του Θεμιστοκλή, αναφέρει πως οι Ουόλσκοι τον σκότωσαν, όταν επέστρεψε, γιατί θεώρησαν πως τους εξαπάτησε. Άλλοι λένε πως έζησε κι άλλο και πως έγραψε κι ένα επίγραμμα για τη δύσκολη ζωή ενός γέροντα εξόριστου. Η Σύγκλητος στη Ρώμη τίμησε την εξαιρετική πράξη των γυναικών, που έσωσαν τη Ρώμη, χτίζοντας έναν ναό αφιερωμένο στην Fortuna Muliebris (Τύχη των γυναικών)στη via Latina, δρόμο που οδηγούσε προς την Καμπανία. Στον ναό αυτό γίνονταν δύο φορές τον χρόνο γιορτές τον Δεκέμβριο και τον Ιούλιο στις οποίες συμμετείχαν γυναίκες παντρεμένες μία μόνον φορά (univirae). Λένε πως στον ναό αυτό το άγαλμα μιλούσε και είχε επαινέσει τις γυναίκες που το αφιέρωσαν: Rite me matronae dedistis riteque dedicastis.
Την ιστορία αυτή την καταγράφουν ο Τίτος Λίβιος και ο Διονύσιος Αλικαρνασσέας. Ο Σαίξπηρ έγραψε επίσης τραγωδία βασισμένη στον μύθο αυτόν με τον τίτλο Κοριολανός. (G. Landi, 1756-1830)
Η αλήθεια όμως είναι πως ο Γναίος ήταν Λατίνος και ο στρατός του αποτελούνταν από Λατίνους, ενώ ο μύθος αναφέρεται στο ιστορικό γεγονός της Συνθήκης του Κάσσιου (Foedus Cassianum)μετά τη νίκη των Λατίνων στη λίμνη Regillus κοντά στην πόλη Gabii. H συνθήκη αυτή ανάμεσα στη Ρώμη και τους Λατίνους το 493 π।Χ. επέτρεψε αργότερα στους Ρωμαίους και στους κατοίκους του Λατίου να στραφούν με επιτυχία κατά των κοινών τους εχθρών.


Kenneth Branagh, Judi Dench, 1992

Μαργεντίνα, Β' Λυκείου

jueves, 13 de enero de 2011

Ο γάμος στην αρχαία Αθήνα

Στόχος του γάμου στην αρχαία Αθήνα ήταν η τεκνοποιία. Ο πατέρας αποφάσιζε τον γάμο των παιδιών του. Μερικές φορές το ζευγάρι δεν γνωρίζονταν ούτε συναντιούνταν ποτέ πριν τον γάμο. Οι άντρες παντρεύονταν σε ηλικία περίπου 20 χρόνων, ενώ τα κορίτσια σε ηλικία 14 ή 15. Τα κορίτσια δεν είχαν λόγο στην επιλογή συζύγου. Ούτε ήταν εύκολο να χωρίσουν με δική τους πρωτοβουλία, εκτός ίσως από τις περιπτώσεις άσκησης βίας σε βάρος τους. Αντίθετα, για τους άνδρες το διαζύγιο ήταν εύκολο και μάλιστα χωρίς να χρειάζεται να αιτιολογήσουν την απόφασή τους. Ο σύζυγος όμως σε περίπτωση διαζυγίου θα έπρεπε να επιστρέψει την προίκα της γυναίκας του στην οικογένειά της.
Ο αρραβώνας
Ο αρραβώνας αποτελούσε συμφωνία που σφραγιζόταν με χειραψία ανάμεσα στον πατέρα της νύφης και στον υποψήφιο γαμπρό χωρίς να είναι απαραίτητη η παρουσία της κοπέλας στη συμφωνία αυτή. Το κορίτσι θεωρούνταν παντρεμένο από την ημέρα του αρραβώνα αλλά οριζόταν η ημερομηνία κατά την οποία ο πατέρας της θα την παρέδιδε επίσημα στον γαμπρό.
Ο γάμος
Οι περισσότεροι γάμοι τελούταν, όταν είχε πανσέληνο. Ο πιο δημοφιλής μήνας, ήταν ο Γαμηλιών (Ιανουάριος), ο οποίος ήταν αφιερωμένος στην προστάτιδα του γάμου τη θεά Ήρα.
Οι τελετές του γάμου διαρκούσαν τρεις ημέρες. Την παραμονή (προαύλια) τελούνταν θυσίες στο Δία, στην Ήρα, στην Άρτεμη, στον Απόλλωνα και την Πειθώ, τους προστάτες της γάμου. Η νύφη συγκέντρωνε τα παιχνίδια της και τα παιδικά της ρούχα και τα πρόσφερε σε μια από της θεότητες αυτές.
Στη συνέχεια, η οικογένεια της νύφης πήγαινε με πομπή από πυρσούς στην κρήνη Καλλιρόη και έφερνε το νερό για το γαμήλιο λουτρό, λουτρό και ταυτόχρονα θρησκευτικός καθαρμός.
Την ημέρα του γάμου τα σπίτια και των δυο οικογενειών ήταν στολισμένα με κλαδιά δάφνης. Ο γαμπρός φορώντας ένα στεφάνι πήγαινε με την οικογένεια του στο σπίτι της νύφης το απόγευμα. Αφού γινόταν θυσία στους θεούς, παρακάθονταν σε γεύμα. Η νύφη ήταν μαζί με τις φίλες της. Φορούσε επίσημα ρούχα, καλυπτόταν με πέπλο και έφερε στεφάνι. Η ακόλουθός της (νυμφεύτρα) καθόταν δίπλα της. Το φαγητό ήταν καθορισμένο και περιελάμβανε γλυκίσματα από σουσάμι, σύμβολο γονιμότητας. Ένα αγόρι ευχόταν αφθονία αγαθών στο ζευγάρι.
Το βράδυ ο πατέρας της νύφης παρέδιδε την κοπέλα στον γαμπρό. Εκεί απομακρύνονταν το πέπλο και πιθανόν ο γαμπρός τότε να την έβλεπε πρώτη φορά.
Η νύφη και ο γαμπρός οδηγούνταν με μια ανοιχτή άμαξα που την οδηγούσε ένας φίλος του γαμπρού στο σπίτι του γαμπρού. Η νύφη κρατούσε ένα κόσκινο και μια σχάρα, σκεύη που συμβόλιζαν τα οικιακά της καθήκοντα. Την άμαξα ακολουθούσαν οι συγγενείς της κρατώντας πυρσούς και τραγουδώντας γαμήλια άσματα. Η μητέρα και ο πατέρας του γαμπρού πήγαιναν μπροστά και στην πόρτα υποδέχονταν το ζευγάρι. Την ώρα που κατέβαινε η νύφη από την άμαξα, την έραιναν με καρύδια και ξερά σύκα. Εκεί της πρόσφεραν ένα κομμάτι γαμήλιου γλυκίσματος από σουσάμι και ένα χουρμά ή κυδώνι.
Ο γαμπρός οδηγούσε τη νύφη στο γαμήλιο δωμάτιο. Ένας φίλος του γαμπρού στεκόταν φρουρός (θυρωρός), ενώ οι καλεσμένοι τραγουδούσαν το γαμήλιο άσμα θορυβώντας όσο περισσότερο μπορούσαν για να απομακρύνουν τα κακά πνεύματα. Τέτοια γαμήλια τραγούδια έγραψε και η Σαπφώ από τη Λέσβο τον 7ο – 6ο αι. π.Χ., ενώ σε ένα από αυτά αναφέρεται στον γάμο του Έκτορα και της Ανδρομάχης.
Την επόμενη μέρα (επαύλια) οι γονείς της νύφης, με τη συνοδεία αυλητών, έφερναν δώρα και πιθανόν παρουσίαζαν και την προίκα της κοπέλας.

Αφροδίτη/Α' Λυκείου
Ελένη/Α' Λυκείου

Η θέση της γυναίκας στην Αθήνα των κλασικών χρόνων

Η ζωή της γυναίκας στην αρχαία Αθήνα ήταν, κατά κανόνα, περιορισμένη στο σπίτι, και μάλιστα σε συγκεκριμένο τμήμα του σπιτιού, τον γυναικωνίτη. Οι υποχρεώσεις της ήταν να μαγειρεύει, να φροντίζει το σπίτι και τους οικιακούς δούλους, να ανατρέφει τα παιδιά και να υφαίνει.
Δεν είχε ουσιαστική κοινωνική της ζωή στο πλευρό του άντρα της. Της επιτρεπόταν, όμως, να επισκέπτεται τις φίλες της στα σπίτια τους. Οι πιο αξιοσέβαστες γυναίκες έβγαιναν από το σπίτι μαζί με μια τουλάχιστον δούλα. Ένας ακόμα τόπος συνάντησης των γυναικών ήταν η κρήνη από όπου έπαιρναν νερό. Οι πλουσιότερες γυναίκες δεν πήγαιναν οι ίδιες για νερό αλλά έστελναν τις δούλες. Έτσι βλέπουμε πως οι φτωχότερες γυναίκες, από μία άποψη, είχαν μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων.
Κάποιες θρησκευτικές γιορτές ήταν αποκλειστικά για γυναίκες. Τα Θεσμοφόρια ήταν μια γιορτή στην οποία συμμετείχαν μόνο οι παντρεμένες. Γυναίκες, που ενδεχομένως ανήκαν στις κατώτερες τάξεις, μπορούσαν να παρακολουθήσουν θεατρικές παραστάσεις.
Μια σημαντική κοινωνική εκδήλωση στην αρχαία Αθήνα τον 5ο αι। π. Χ ήταν το συμπόσιο. Παρόλο που το συμπόσιο λάμβανε χώρα στο σπίτι, στον ανδρώνα, οι γυναίκες δεν συμμετείχαν σε αυτό. Σε κάποιες περιπτώσεις παρευρίσκονταν στα συμπόσια εταίρες,
αυλητρίδες και χορεύτριες.
Για τη γυναίκα και τη θέση της στην Αθήνα κατά την εποχή αυτή μαθαίνουμε από τον σωκρατικό διάλογο του Ξενοφώντα Οικονομικός, ενώ μια ενδιαφέρουσα διάσταση για τη ζωή της Αθηναίας μας δίνει και ο δικανικός λόγος του Λυσία Υπέρ του Ερατοσθένους φόνου, ο οποίος αφορά σε μια υπόθεση μοιχείας

Αφροδίτη/Α' Λυκείου
Ελένη/Α' Λυκείου

domingo, 9 de enero de 2011

Catullus Elegy 5 English translation


Let us live, my Lesbia, and love
And all the rumors of stern old men
Let us value at a mere penny.
Suns may set and raise again,
For us when the short light has once set,
Never - ending night remains to be sleep.
Give me a thousand kisses, then a hundred,
Then another thousand, then a second hundred,
Then yet another thousand, then a hundred.
Then, when we have made many thousands,
We will confuse our counting so that we may not know the number,
and no one malicious may become jealous
When he knows that kisses are so many.

viernes, 7 de enero de 2011

Lyrica amorosa Roma


CATULLE ELEGIES 5

Vivamus, mea Lesbia, atque amemus,
Vivons, ma chère Lesbie, et aussi aimons,
rumoresque senum severiorum
et aux rumeurs des vieillards trop sévères
omnes unius aestimemus assis.
donnons la valeur d'un sou.
Soles occidere et redire possunt;
Les soleils peuvent mourir et renaître;
nobis cum semel occidit brevis lux,
pour nous, une fois que la brève lumière est éteinte
nox est perpetua una dormienda.
c'est une nuit éternelle qu'il faut dormir.
Da mi basia mille, deinde centum,
Donne-moi mille baisers, puis cent,
dein mille altera, dein secunda centum,
encore mille autres, puis une seconde centaine,
deinde usque altera mille, dein centum.
puis d'autres jusqu'à mille, puis cent.
Dein, cum milia multa fecerimus,
Ensuite quand nous en aurons donné de nombreux milliers
conturbabimus illa, ne sciamus,
nous brouillerons leur compte, pour ne plus le savoir,
aut ne quis malus invidere possit,
ou bien pour éviter qu'un esprit malin ne nous jalouse
cum tantum sciat esse basiorum.
de savoir qu'il y a tant de baisers.

ancient Greek sculpture in the classical period



More on Greek art in our eTwinning project: Greek Art in European National Museums.